Διήνυα τις τελευταίες σελίδες / μέρες του μυθιστορήματός μου. Ο καλός συνοδοιπόρος μού σύστησε τότε τον Μπέντζαμεν Κλέμενταϊν (Benjamin Clementine). Τόσο ξένος τύποις στην ατμόσφαιρα του κειμένου μου, κι όμως θα γινόταν ο μαγικός συντονιστής -αυθεντικό εἴδωλον του ασυνειδήτου γαρ-, μαζί μουσικός κωδικός και καταλύτης στο πιο συναρπαστικό μέρος της δουλειάς που είναι πάντοτε το φινάλε της.
Θεοί, τι μεγάλο, τι ωραίο ταξίδι.
Χρειάζομαι μερικούς μήνες να φέρω σε νηφαλιότητα τη μνήμη, να οικονομήσω προσεκτικά λέξη λέξη την εργασία μου. Ύστερα, καταπώς συνηθίζεται, όλο αυτό θα τυπωθεί, θα γίνει βιβλίο.