Κυριακή 22 Σεπτεμβρίου 2024

Περεγρίνος - το βιβλίο, ένας χρόνος

Περεγρίνος - το βιβλίο, ένας χρόνος

Πορτρέτο φαγιούμ (λεπτομέρεια), που κοσμεί το εξώφυλλο του «Περεγρίνου», πιο πρόσφατου μυθιστορήματος του Αντώνη Νικολή.
Αρχείο
Πορτρέτο φαγιούμ (λεπτομέρεια), που κοσμεί το εξώφυλλο του «Περεγρίνου», πιο πρόσφατου μυθιστορήματος του Αντώνη Νικολή.

Διατηρώ από το μακρινό 1996 καταγραμμένες μέχρι κεραίας τις επαφές μου με την… πολιτιστική πανίδα των Αθηνών –σκέφτομαι συχνά αν επιμεληθώ αυτές τις σημειώσεις θ’ αποτελούσαν ίσως τη σημαντικότερη μαρτυρία μου: αφού απομακρύνθηκα στην εσχατιά μιας επικράτειας-παρωδίας (αλλά και οιονεί νεκρής γλώσσας), ένας λόγος για να αποφύγω τα μηχανήματα που κόβουν κεφάλια, ένας δεύτερος για να οικονομήσω καλύτερα το όποιο έργο μου, ύστερα επιστρέφοντας κατά τακτά διαστήματα τι εισέπραττα εκεί, στο ούτως ειπείν εθνικό κέντρο… Ξεχωριστό κεφάλαιο αυτής της… αναχώρησης, από πολλές απόψεις, ο Περεγρίνος. Επετειακά, κάθε 22 Σεπτεμβρίου, ημερομηνία πρώτης κυκλοφορίας του βιβλίου, λέω να συντάσσω την ετήσια κίνησή του (σε τίτλους οι πληροφορίες, προς το παρόν), ένα είδος Ημερολογίου του Περεγρίνου. Ημερολόγιο που είμαι σίγουρος θα καταγράφεται κι αφότου εκλείψω. Γιατί ο Περεγρίνος υφίσταται, υπάρχει. Και να ληφθεί υπόψη, έργα της κατηγορίας του Περεγρίνου ο φθόνος τα δροσίζει, η πονηρά σιωπή τα τρέφει.

Θα προσπαθήσω να παραθέσω τα συμβάντα πριν και κατά τον χρόνο που πέρασε μετά την κυκλοφορία δίχως σχόλια.

Ο Περεγρίνος αποτελεί το έκτο πεζό μου, προηγήθηκαν: Το Σκοτεινό Νησί (Εμπειρία Εκδοτική, 2008, Ποταμός, 2019), Διονυσία (Το Ροδακιό, 2012), Ο Δανιήλ πάει στη θάλασσα (Το Ροδακιό, 2014), Ο θάνατος του μισθοφόρου (Το Ροδακιό, 2016), Το γυμναστήριο (Ποταμός, 2018). Ο Περεγρίνος άρχισε να γράφεται την άνοιξη του 2015 και με μικρό διάλειμμα μέχρι και λίγο πριν την έκδοσή του, καθώς υπεύθυνος και για την επιμέλεια, όπως και σ’ όλα τα προηγούμενα βιβλία μου –έγιναν συνολικά δεκάξι ενδελεχείς διορθώσεις–, η φροντίδα του κειμένου διήρκεσε έως και το καλοκαίρι του 2023. Να υπενθυμίσω: με το γράψιμο, αποκλειστική εργασία μου.

Ο Περεγρίνος κυκλοφόρησε στις 22 Σεπτεμβρίου του 2023.

Από την άνοιξη του 2022, με την πρώτη καλή εκδοχή του κειμένου, άρχισα τις κρούσεις προς τους εκδοτικούς οίκους. Πριν από τον Αρμό και τον Γιώργο Χατζηιακώβου, απευθύνθηκα συνολικά σε δεκαέξι οίκους. Πέντε από αυτούς αρνήθηκαν και να το παραλάβουν, επτά το έλαβαν μεν απάντησαν όμως αρνητικά και κατ’ ουσίαν λίγο έως πολύ προσβλητικά, δύο το παρέλαβαν μεν απαξίωσαν ωστόσο να απαντήσουν καν, και τέλος δύο το δέχτηκαν αλλά ζήτησαν χρηματοδότηση για να το εκδώσουν.

Να σημειώσω εδώ το έντονο ενδιαφέρον της αείμνηστης Μυρσίνης Ζορμπά. Με δικό της αίτημα το είδε, εκτίμησε την αξία του, προσφέρθηκε μόνη της να τo δρομολογήσει εκδοτικά, γνωρίζω πόσο θερμά εισηγούνταν τη λογοτεχνική αξία του μυθιστορήματος, να θυμίσω, πέρα από το κύρος της πολιτικού και διανοουμένης, η γυναίκα είχε προϋπάρξει έγκριτη εκδότρια. Πληροφορήθηκα μόνο για δύο από τους εκδοτικούς οίκους όπου απευθύνθηκε (τους συναρίθμησα στους παραπάνω δεκαέξι), είμαι βέβαιος σε περισσότερους, πόσους και ποιους δεν ξέρω, από λεπτότητα αμοιβαία νομίζω αποφύγαμε τη σχετική κουβέντα, η υπέροχη Μυρσίνη Ζορμπά αυτά και άλλα πολύ συγκινητικά για το έργο μου τα έκανε εκπρόθεσμη ούσα στη διορία ζωής που της έδιναν οι γιατροί, συγκινημένος πολύ δεν γινόταν να την πιέσω, εννοώ να εκμαιεύσω από πόσους και ποιους οίκους ακόμη είχε πάρει αρνητικές απαντήσεις. Η ίδια αρκέστηκε ανάμεσα σε άλλα σχόλια στο «δεν διαβάζουν πια, είναι άσχετοι», και σημείωσε –εδώ ο επίλογος– στην τελευταία προς το πρόσωπό μου απάντηση-ανάρτησή της στο facebook, τη Δευτέρα 17 Οκτωβρίου του 2022: «(…) Χαίρε, σπάνιε Αντώνη, υλοτόμε των αληθινών λέξεων και ορυχείο μιας άλλης μυθιστορίας που έχει ανάγκη από μέλλον για να εκτιμηθεί όπως της αρμόζει» –η υπογράμμιση δική μου, φράση που απέρρεε νομίζω από την παραπάνω απογοήτευσή της.

Τετάρτη 18 Σεπτεμβρίου 2024

Εστέτ, πλην ηθικολόγοι.

Ηλεία: Λευκό μπαρόκ σαλονάκι για αρχόντους προσφέρει εστέτ μπιτσόμπαρο της  Κουρούτας

Μ’ όση επίφαση καλλιέργειας αισθητικής ή και ευρύτερης, μ’ όσα ερανίσματα δώθε-κείθε σπουδαία, μ’ όσες φιοριτούρες, κάθε απόπειρά τους κάπως βαθύτερα κάτι να εκφράσουν καταλήγει σχεδόν μοιραία σε μια ακόμη ηθικολογία. Τι κρίμα, τι άδικο που δεν έζησαν αυτοί –κι απ’ όση θολή εξουσία περιβλήθηκαν, δεν κέρδισαν παρά τις συνήθεις κολακείες– μια στιγμή γνήσια δική τους στη λογοτεχνία ή την τέχνη… Μόνο λογοπαίγνια και ρητορικές περικοκλάδες.

Τελικά, ο πρώτης γενιάς μικροαστός, στο μεδούλι του, δύσκολα είναι κάτι άλλο από ένας ανασφαλής.

Δευτέρα 16 Σεπτεμβρίου 2024

Τώρα (ίσως) και αμπελουργός!

Ήμουν αποφασισμένος πια να μετατρέψω τα κλήματα σε… ντολμαδόφυτα, που άλλωστε υπήρξε και ο κύριος προορισμός τους, μ’ άλλα λόγια μετά από πολλές αποτυχημένες προσπάθειες να σταματήσω κλαδέματα, κορφολογήματα, ψεκασμούς, αλλά φέτος απροσδόκητα τα κατάφερα και ως... αμπελουργός –αν δεν ήταν η συγκυρία, το αποτέλεσμα τυχαίο, κάτι που πρώτα ο Θεός θα φανεί στις επόμενες σοδειές…


Τετάρτη 28 Αυγούστου 2024

Απέχθεια κι αποστροφή (1).


Στην πόλη της ευτελούς ρητορείας, όπου τα λογοπαίγνια και οι ατάκες φτιάχνουν μεγάλους ποιητές, κι όπου οι δημοσιογράφοι του φανταστικού λογίζονται μεγάλοι πεζογράφοι, είναι εύλογο να ευδοκιμεί αντίστοιχης ποιότητας σινάφι ευρύτερα λογοτεχνικό.

Κι εκεί που από χρόνια έλπιζα κάποιος να νοιαστεί για τη νεοελληνική γλώσσα, άρα πρωτίστως για τη νεοελληνική λογοτεχνία, κάπως να κλείσει τις στρόφιγγες του κρατικού (άρα και αναπόδραστα φαύλου) χρήματος, εξαγγέλλονται και νέες επιτροπές, νέες... δράσεις, ακόμα περισσότεροι παράσιτοι, ακόμη λιγότερη λογοτεχνία…

Σάββατο 17 Αυγούστου 2024

Στη Σικελία -τρίτη φορά.





Πρώτη φορά το 2017, δεύτερη το 2018, τρίτη φέτος, στο δεύτερο μισό του Ιουλίου. Πια, είμαι σίγουρος, δεν αγαπώ τα ταξίδια -την εμπειρία του ανεξερεύνητου-, αντίθετα, ταξιδεύω, δηλαδή μετακινούμαι, σαν για να διευρύνω την εμπειρία του ήδη οικείου μου. Τα τελευταία χρόνια όπως σε ομόκεντρους κύκλους, η Κως, τα Δωδεκάνησα, να νησιά του Αιγαίου, τα νησιά και οι πόλεις της Μεσογείου, η Μεσόγειος. Και για τη Σικελία, ένας λόγος παραπάνω ότι τα Δωδεκάνησα, ιδίως οι κυρίως ιταλίζουσες πόλεις της Κω και της Ρόδου, βρίσκονται σε διάλογο με το σικελικό αστικό τοπίο, νομίζω λίγο περισσότερο του Παλέρμο. Αυτή τη φορά, η γειτονιά της Κάλσα στο Παλέρμο, η Ορτυγία και η Κατάνια βέβαια, και περισκοπικά ξανά και ξανά οι μοναδικές πλατείες τους του Ντουόμο -να τις χαζεύεις όρθιος και περιστρεφόμενος.  

Οι πόλεις και η σικελική κουζίνα. 

Γρανίτα καρπούζι-μανταρίνι στην Ορτυγία.

Τρίτη 13 Αυγούστου 2024

Μαρία Μαυρικάκη: "Αντώνη Νικολή, Περεγρίνος, εκδ. Αρμός".

Η κα Μαυρικάκη, συγγραφέας-λογοτέχνις.

[Η κα Μαυρικάκη, στο προσωπικό της ιστολόγιο (exartatai ΜΑΓΝΗΤΟΣΚΟΠΙΟ ΕΞΑΡΤΗΣΕΩΝ) γράφει εκτεταμένη παρουσίαση-κριτική του Περεγρίνου. Να σημειώσω και εδώ, όταν τα λογοτεχνικά κείμενα, τα έργα μας ευρύτερα, διαθέτουν οικονομία, καθένας απέναντί τους περισσότερο από το να κρίνει, κρίνεται. Κι αυτός που τα κολακεύει, κι αυτός που τα βρίσκει ελλιπή, κι αυτός που σιωπά, κι αυτός που καταγράφει την εμπλοκή του μ’ αυτά. Ο τελευταίος, αν μη τι άλλο, αγαπάει τη λογοτεχνία περισσότερο από τον εαυτό του –το πρώτο και σημαντικότερο λογοτεχνικό διάβημα. Η κα Μαυρικάκη αφιερώνει το κείμενό της στην ξεχωριστή φιλαναγνώστρια Σπυριδούλα (Αποστολού) -ιδιαίτερα γνώριμη στο παρόν ιστολόγιο (1, 2, 3, 4, 5, 6).]

"Μη σας τρομάξουν οι πεντακόσιες σελίδες. Πρόκειται για μυθιστορία  με αξεπέραστες περιγραφές ιστορικών γεγονότων, τόπων και προσωπικοτήτων που διακρίθηκαν κατά τα ρωμαϊκά χρόνια. Ο ήρωας γεννιέται στο Πάριο της Προποντίδας και μεγαλώνει χωρίς μάνα, με πατέρα βίαιο και φαύλο, σε μια διαλυμένη οικογένεια όπου υπηρέτες προσπαθούν με φιλοτιμία να καλύψουν τα γονεϊκά κενά. Όταν ο σοφιστής Σκοπελιανός επισκέπτεται τα μέρη τους, ο Περεγρίνος, παιδί ακόμα, τον ακούει να ρητορεύει και μέσα του σφραγίζεται η επιθυμία να τον μιμηθεί, κάποτε να του μοιάσει. Μόλις σταθεί στα πόδια του, το αποτολμά. 

Στη Σμύρνη γίνεται άξιος μαθητής του Πολέμωνα, στην Αλεξάνδρεια ζει για μία δεκαετία στους κύκλους του Αγαθόβουλου. Περιδιαβαίνει την Καισάρεια της Ιουδαίας, την Πέργαμο, την Έφεσο, τη Νικόπολη της Αρμενίας και την Κύζικο. Γητεύει τους Χριστιανούς, οι οποίοι τον υποδέχονται σχεδόν σαν εκπρόσωπο του Μεσσία, τον στηρίζουν και τον σώζουν από βέβαιο θάνατο. Ζει για δύο χρόνια στη Ρώμη,  καταπλέει στο λιμάνι του Κανθάρου και τελικά ανεβαίνει στην Αθήνα, όπου ρίχνει άγκυρα. Στο μεταξύ έχει επιχειρήσει μια ριψοκίνδυνη επίσκεψη στη γενέτειρά του με άδοξη κατάληξη.

Ατέλειωτη σειρά από μέρη γνώριμα και μέρη μακρινά -για να τα εντοπίσει κάποιος πιθανόν να χρειαστεί χάρτη-, που προβάλουν τρισδιάστατα, καθώς ο Νικολής μας αποκαλύπτει το ανάγλυφο και την αρχιτεκτονική τους, τα χρώματα και τις μυρωδιές, τις ερωτικές τάσεις και τις καιρικές συνθήκες, την εναλλαγή των εποχών και των εθίμων. Εξαιρετικός ο τρόπος που περιγράφονται τα αλεξανδρινά τοπόσημα, ο Φάρος και η Βιβλιοθήκη, καθώς και οι  Θέρμες του Τραϊανού στη Ρώμη. Μαθαίνουμε, επίσης, για τις σχολές φοίτησης και τους ρητορικούς αγώνες, τα αμφιθέατρα, τις αγορές και τις παλαίστρες, το δέος των μαθητών προς τους δασκάλους και για όλα όσα εκπροσωπούν τα αρχαιοπρεπή ονόματα που γνωρίζαμε μόνο από τις οδούς στο Παγκράτι, ενώ αφορούν τους διαμορφωτές της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας (της οποίας τη δόξα καρπωνόμαστε σήμερα, χωρίς στάλα ιδρώτα).

Ο Περεγρίνος έλκεται από τρεις γυναίκες-δώρα ζωής, οι οποίες φωτίζουν και πλουτίζουν (κυριολεκτικά) το βίο του. Την Τρύφαινα, στις εποχές του χριστιανισμού εν καμίνω, τη Θελξινόη κατά την μακρά παραμονή του στην Αίγυπτο και την ώριμη εταίρα Φιλίννα, που συναντά στο Δίπυλο, στα Μεγάλα Παναθήναια. Ο ερωτισμός διάχυτος, οι ηδυπαθείς σκηνές από «τον ίμερο, τις ηδονές της Αφροδίτης κάθε λογής» πολλές. Το μυθιστόρημα προσφέρει, πέραν από την ευεξία της καλής λογοτεχνίας, απλά μαθήματα πολιτικής επιστήμης, ρητορικής, σοφιστείας, ακόμα και μάρκετιν. 

Κυριακή 11 Αυγούστου 2024

Βρε Νικολή!

Δεν υπάρχει διαθέσιμη περιγραφή για τη φωτογραφία.
Η κα Δοξούλα Παλαμάρα, συγγραφέας-λογοτέχνις.

[Κείμενο κριτικής για τον Περεγρίνο που ανάρτησε στο φμ η κα Δοξούλα Παλαμάρα. Να σημειώσω, όταν τα λογοτεχνικά κείμενα, τα έργα μας ευρύτερα, διαθέτουν οικονομία, καθένας απέναντί τους περισσότερο από το να κρίνει, κρίνεται. Κι αυτός που τα κολακεύει, κι αυτός που τα βρίσκει ελλιπή, κι αυτός που σιωπά, κι αυτός που καταγράφει εν θερμώ την εμπλοκή του μ’ αυτά. Ο τελευταίος, αν μη τι άλλο, αγαπάει τη λογοτεχνία περισσότερο από τον εαυτό του –το πρώτο και σημαντικότερο λογοτεχνικό διάβημα.]

"Ο Περεγρίνος του Αντώνη Νικολή είναι ένας λογοτεχνικός άθλος. Ο Περεγρίνος, ένας κυνικός φιλόσοφος που ζει στην Ελλάδα, την Καισάρεια, Σμύρνη, Αλεξάνδρεια, Ρώμη, Αθήνα προαναγγείλει ότι θα αυτοπυρποληθεί στο τέλος της Ολυμπιάδας, 165 μ. Χ. Το βιβλίο είναι ένα αμάλγαμα ιστορίας, φιλοσοφίας και ευρυμάθειας όλα συνδεδεμένα με απαράμιλλη λογοτεχνική μαεστρία. Ο Νικολής περιγράφει ιστορικά γεγονότα με ακρίβεια και γλαφυρότητα και αναφέρεται στα διάφορα φιλοσοφικά συστήματα της εποχής και στην αντιδικία μεταξύ τους αλλά και με τις θρησκείες με ενάργεια και ενίοτε σαρκασμό. Όταν πχ ο κυνικός Διογένης κατηγόρησε τον Πλάτωνα για αλαζονεία, ο Πυθαγόρας του αντιγύρισε “Ο καθένας, Διογένη μου, με την δική του αλαζονεία”. Αναφέρεται στις κοινωνικές και σεξουαλικές συνήθειες και πρακτικές της εποχής με θάρρος που δεν συναντάμε συχνά. Όμως, ο Νικολής δεν καταφεύγει σε συναισθηματικά “ευκολάκια” ούτε σε αβανταδόρικες σεξουαλικές περιγραφές, παρόλο που το βιβλίο γέμει συναισθήματος και αισθησιασμού. Συναίσθημα σαν το γλυκό νερό βαθυπράσινης λίμνης και αισθησιασμό σαν ορμητικό ποτάμι. Ο συγγραφέας έχει μία καθηλωτική ικανότητα διείσδυσης στα μύχια της ανθρώπινης ψυχής. “Στη συνείδηση του Περεγρίνου η έκφραση των συναισθημάτων δεν είχε και πολύ κύρος. Τα θεωρούσε, τα δικά του συναισθήματα, όσο και των άλλων, αβέβαιες σκιές του ψυχικού κόσμου και την εξωτερίκευση τους περίπου ιδιοτελείς τακτικές επιβίωσης” . Καθώς διαβάζεις, σκύβεις στα λαγούμια του εαυτού σου, όπως ενεός περιφέρεσαι στις σκοτεινές υπόγειες πόλεις της Καππαδοκίας.

Δευτέρα 5 Αυγούστου 2024

Και η υστάτη της ζωής του ολυμπιάδα.

 Περεγρίνος

(...) Τώρα όσο ποτέ, ακόμη κι αν δεν ήταν, όφειλε να συμπεριφέρεται ως ο σοφός, ο βαθύς, αυτός που ανέβηκε στο υψηλότερο βάθρο, που περίοπτος συγκεντρώνει πάνω του την προσοχή και τον σεβασμό των άλλων, όσων περισσότερων άλλων. Ασκεπής, όπως υποχρεωτικά όλοι, με το κεφάλι και τον κορμό στητό, κάποτε και ώρες στο λιοπύρι, στοχαστικός και σιωπηλός, αδιάφορος για ό,τι κι αν συνέβαινε γύρω του σε στάδιο, σε ιππόδρομο, σε παλαίστρα, –μεταξύ τους τον σχολίαζαν ακόμη και οι δικοί του: από πού ν’ αντλούσε τόσες αντοχές, τέτοια ανθεκτικότητα σε θερινό καύσωνα, σε δίψα, σε φασαρίες και φωνές έξαλλων φιλάθλων, ένας παραπάνω λόγος που το αμέσως προηγούμενο διάστημα είχε δώσει κάποια δείγματα λιποψυχίας–, και παρόλο που πολύ δύσκολα αποσπούσε κανείς την προσοχή του φιλοθεάμονος κοινού από τους αθλητές, όμως στα πρανή του στίβου στο στάδιο ή στον ιππόδρομο, ανάμεσα στους χιλιάδες θεατές, φαινόταν κάποτε κάποτε να διαπερνούν σαν ρίγη τα λοξοκοιτάγματα, ή τα αδιάκριτα επίμονα βλέμματα, ή το σούσουρο για την παρουσία του στην κορφή ή στο κέντρο της αλλόκοτης αγέλης των κυνικών (που ο ίδιος φαντασιωνόταν να αντιστοιχούν περίπου στη φράση:

Σάββατο 3 Αυγούστου 2024

Ο Περεγρίνος στην παρθενική ολυμπιάδα του.

Περεγρίνος

(...) Τον Ηρώδη θα τον συναντούσε πότε εδώ-πότε εκεί, λίγο αμεσότερα μερικούς μήνες αργότερα στην Ισθμία, στον ναό του Ποσειδώνα, όπου ο οδηγός της άμαξας με προορισμό την Ολυμπία, έκανε μικρή στάση για ανάπαυλα και για να θαυμάσουν τα κολοσσιαία αγάλματα του Ποσειδώνα και της συζύγου του Αμφιτρίτης στον κυρίως ναό, και το επίσης πελώριο δελφίνι με το παιδί στη ράχη του, τον θαλάσσιο θεό Παλαίμονα, στον ομώνυμο κυκλικό ναό, και τα τρία προσφορές του «μεγάλου ευεργέτη των Ελλήνων, του θαυμάσιου Ηρώδη», όπως κάθε λίγα βήματα τους επαναλάμβανε ο οδηγός. Και πόση έκπληξη για τη σύμπτωση, όταν στον περίβολο του θολωτού ναού με το δελφίνι αίφνης έκανε αισθητή με τη δέουσα ασφαλώς φασαρία η κουστωδία του Ηρώδη. Ήτανε μαζί του, κυριολεκτικά φρουρά του, ανάμεσα σε άλλους, ο πιστός του απελεύθερος ο Αλκιμέδοντας, ώριμος, όμως ακόμη ελκυστικός και παρά την ηλικία του και αρρενωπός άντρας, και παραδίπλα αυτός που δύσκολα μπορούσε να χωρέσει σ’ όποια περιγραφή η ομορφιά του, ο Αγαθίωνας όπως το παρονόμαζαν για να φέρνει γούρι (δηλαδή τι άλλο παρά την… αγαθή, την καλή τύχη, να εξυπηρετεί τέτοια και τόση αρμονία της φύσης), άλλοι τον έλεγαν ο Ηρακλής του Ηρώδη, κάποιος από τους συνεπιβάτες της άμαξας ψιθύρισε, «Να κι ο θεόρατος Σώστρατος», αν ήταν όντως αυτό το πραγματικό όνομά του, –ο Περεγρίνος δεν ανακάλεσε τον συνονόματο πατέρα του–, πανύψηλος πράγματι, με μακριά ανοιχτά καστανά μαλλιά, λεπτά μαύρα και σμιχτά φρύδια, μάτια στο χρώμα του μελιού ευκίνητα και ξύπνια, μύτη γρυπή, χείλη και δόντια να ξυπνούν τον πόθο του φιλιού, γενάκια αραιά εφηβικά, σβέρκο πλατύ και στιβαρό, στέρνο εύρωστο, κορμό και σκέλη γεροδεμένα, έως και τα δάχτυλα κι οι ράχες των ποδιών του σαν σμιλεμένες από ερωτομανή με τα αγόρια γλύπτη. Έκοβε την ανάσα η ομορφιά του αγοριού, κι εντούτοις η παρουσία του Ηρώδη δεν επισκιαζόταν σχεδόν καθόλου. Δέσποζε σαν να ήταν αυτός κι άλλος κανείς η απόλυτη υπερβολή της φύσης! Ο Περεγρίνος θα προτιμούσε να άνοιγε η γη να τον καταπιεί.