Athens Voice, 18/02/2013, city news + voices >>
 
Ο αρχετυπικός τηλεοπτικός καναπές μας
Εκείνα τα χρόνια με τα τηλεοπτικά ριάλιτι είχα κάνει μία μικρή παρατήρηση. Παρακολουθώντας σκηνές από ένα-δυο ξένα σχετικά προγράμματα, με εντυπωσίασε ότι εκεί οι παίκτες εκφράζονταν σαν να μην τους κατέγραφαν οι κάμερες. Για την ακρίβεια, σαν να μην είχαν οικογενειακά περιβάλλοντα, σπίτια όπως λέμε νεοελληνιστί, να μην ντρέπονταν για τα λεγόμενα ή τα καμώματά τους. Σαν μόνοι, ανάμεσα σε συνομήλικους φίλους.
Έπρεπε να σκεφτώ ότι εκείνοι ζούσαν σε ομαλά αστικοποιημένες κοινωνίες, χειραφετημένοι από την οικογένεια – βασικό κοινωνικό κύτταρο, σε κράτη με θεσμούς που ενισχύουν την ατομικότητα. Αλλά για τη σκέψη αυτή χρειαζόταν η σύγκριση. Να συσχετίσω αυτές τις εικόνες με τις αντίστοιχες δικές μας.
Οι δικοί μας παίχτες απευθύνονταν στην ομήγυρη του καθιστικού μπροστά στην τηλεόραση, και μάλιστα στην αρχετυπική της εκδοχή, του ’70: σε γονείς, αδέλφια, παππούδες, θείους, δεν αποκλείεται λίγο περισσότερο σόι, ίσως και λίγη γειτονιά. Ακόμα και οι προερχόμενοι από ολιγομελείς πυρηνικές οικογένειες συνεκδοχικά αυτόν τον αρχετυπικό καναπέ λογαριάζουμε για κοινωνία. Ένα τσούρμο συγγενείς και φίλους που στριμώχθηκαν στον καναπέ, σε πολυθρόνες, καρέκλες, σκαμπό, περιμένοντας πότε θ’ αρχίσει το «Λούνα Παρκ» του μακαρίτη Δαλιανίδη.
Εύλογα η φαντασιακή αυτή ομήγυρη καθόριζε σε μεγάλο βαθμό τις συμπεριφορές, τα λόγια, τις γκριμάτσες, τις χειρονομίες των παικτών. Αλλά επίσης μπέρδευε, θόλωνε τα πορτρέτα τους: δεν είναι εύκολο να μιλάς στο συμμαθητή σου, όταν ξέρεις και υπολογίζεις ότι σ’ ακούνε οι παππούδες ή οι γονείς σου –από τους οποίους εξαρτάσαι–, και ταυτόχρονα να είσαι αυθόρμητος. (Ακόμα και το αφεντικό-ιδιώτης ή το κράτος των πολιτικάντηδων με κάποιο τρόπο στον ίδιο καναπέ είναι θρονιασμένοι.) Μίλαγαν, λοιπόν, την ιδιόλεκτό τους, αλλά σε πιο «κόσμια» εκδοχή, εξέθεταν τον εαυτό τους, αλλά ασφαλώς λογοκριμένο. Ούτε ήταν τυχαίο ότι σε κείνες τις εκπομπές τα παιδιά των Ελλήνων μεταναστών τα μεγαλωμένα στο εξωτερικό –κάπως πιο χειραφετημένα αυτά– ήταν αμεσότερα, πιο ευθέα στις αντιδράσεις, πιο αυθεντικά και στο τέλος και πιο δημοφιλή.