(The books' journal, τεύχος 166, σελ. 64-67)
Ο θάνατος ως ορίζοντας
Αφηγηματολογικές, ερμηνευτικές και λογοτεχνικές προσεγγίσεις
Αντώνης Νικολής, Περεγρίνος. Μυθιστόρημα,
Αρμός, Αθήνα 2023, 512 σελ
Ο Περεγρίνος του Αντώνη
Νικολή δεν είναι απλώς ένα μυθιστόρημα της νεοελληνικής λογοτεχνίας, αλλά ένα
έργο που διεκδικεί τη θέση του στη Weltliteratur. Αντλεί
στοιχεία από το αρχαίο ελληνικό μυθιστόρημα, τη ρωμαϊκή ιστοριογραφία και τη
φιλοσοφική παράδοση, ενώ ενσωματώνει αφηγηματικές τεχνικές του μοντερνισμού και
του μεταμοντερνισμού. Η ειρωνική του απόσταση και η θεματική του πολυπλοκότητα
τού χαρίζουν διαχρονικότητα και οικουμενικό εύρος. Συνδυάζοντας την αρχαιότητα
με τη σύγχρονη αφήγηση, τη φιλοσοφική αναζήτηση και τη μεταμυθοπλασία,
εντάσσεται με πρωτοτυπία και λογοτεχνική βαρύτητα στον διεθνή λογοτεχνικό
διάλογο.
Από τον Δημήτριο Μποσνάκη
Όπως ακριβώς
πλένουμε το κορμί μας θα έπρεπε να πλένουμε το πεπρωμένο, ν᾽ αλλάζουμε ζωή όπως
αλλάζουμε ρούχα – όχι για να διατηρήσουμε τη ζωή μας, όπως όταν τρώμε και
κοιμόμαστε, αλλά λόγω εκείνου του σεβασμού των άλλων προς εμάς που ορθώς ἀποκαλοῦμε
καθαριότητα.
Φερνάντο Πεσσόα, Βιβλίο της Ανησυχίας
Απόσπασμα 42
(μετ. Μαρία
Παπαδήμα)
To πεζογραφικό
έργο του Αντώνη Νικολή συνιστά μια υποδειγματική λογοτεχνική περίπτωση. Πίσω
από το κύρος της φόρμας και την προφανή επιδίωξη για καλλιτεχνική τελειότητα, η
αγάπη του για το ύφος και τη διαρκή αναζήτηση της σωστής λέξης εκφράζει αν μη
τι άλλο ένα εμμονικό πάθος που θα μπορούσε άλλοις λόγοις να εκληφθεί και
ως απελπισμένη πάλη ενάντια στο παράλογο της ύπαρξης, θεώρηση που φαίνεται να
διακατέχει τον συγγραφέα σε κάθε του έργο. Η ασκητική αφοσίωσή του στη συγγραφή
εκπέμπει όχι μόνο έντονη αυστηρότητα και απόλυτο καλλιτεχνικό έλεγχο, αλλά και
έναν ιδιαίτερο συνδυασμό λυρικής παρατήρησης, στυγνού ρεαλισμού, μεταφυσικού
ρίγους και ειρωνείας, που παραπέμπει σε γόνιμους πόρους της λογοτεχνικής
γραφής. Το μέχρι τώρα έργο του Νικολή διακρίνεται τόσο για τις συνεχείς δομικές
επινοήσεις του αφηγηματικού λόγου (από
την τριλογία του έρωτα και της οδύνης: Ο Δανιήλ πάει στη θάλασσα, Διονυσία
και Ο θάνατος του μισθοφόρου, στις δυστοπικές ελεγείες Το
Σκοτεινό Νησί και Το γυμναστήριο) και τις απαιτήσεις που θέτει
στη γλώσσα για οικονομία, πλαστικότητα και ρυθμό, όσο και από τη σχεδόν
δονκιχωτική αναζήτηση μιας ενθουσιαστικής υπέρβασης της πραγματικότητας
στην οποία υποτάσσει χωρίς συμβιβασμούς τις αφηγήσεις του. Αποτελεί
ιδιαίτερη πρόκληση για τον αναγνώστη ή τον μελετητή του έργου του να συσχετίσει
τις λεπτομέρειες με ευρύτερες δομές και να διερευνήσει τις δύσκολες και ενίοτε
παράδοξες συνδέσεις μεταξύ γλώσσας και ιδεών. Εξάλλου, η λογοτεχνική κριτική,
κατά τη γνώμη μου, οφείλει να εστιάζει στις κειμενικές στρατηγικές, στον ακριβή
προσδιορισμό των γλωσσικών και αφηγηματικών κωδίκων, προκειμένου να προσεγγίσει
όσο το δυνατόν περισσότερο τον υπόρρητο λόγο, τη στρωματογραφία της σύνθεσης.