Κυριακάτικος ιμπρεσιονισμός
Athens Voice, 10/05/2014 - 11:03
Την περασμένη Κυριακή 4 Μαΐου είχαμε δώσει ραντεβού με τον καλό φίλο Γιώργο Μουσούρη, πέρασα από το σπίτι του κοντά στο σταθμό Λαρίσης και κατηφορίσαμε μαζί ως το πάρκο της Ακαδημίας Πλάτωνα, προσκεκλημένοι από τις Οικογένειες Ουράνιο Τόξο στη Δεύτερη Γιορτή τους. Περπατάγαμε στον Κολωνό με το φως του μεσημεριού και της εποχής ελαφρύ και ζεστό όσο να μην ξέρεις αν ντύθηκες σωστά με κοντομάνικο μόνο ή χρειαζόταν κι ένα λεπτό ζιλέ. Οι δρόμοι ήταν έρημοι σαν κυριακάτικοι σε επαρχιακή πόλη, -βοηθάει και η σχετικά χαμηλή δόμηση. Ρωτώντας κι αφού διασχίσαμε κάθετα τη Λένορμαν, λίγο παρακάτω βρήκαμε και το πάρκο.
Οι περισσότεροι ήταν ήδη εκεί. Στις σκιές των ψευτοπιπεριών, σε πτυσσόμενα καρεκλάκια κάμπινγκ ή στην επί τούτω ραμμένη μεγάλη κουβέρτα με τα χρώματα του ουράνιου τόξου, γύρω στα ογδόντα άτομα, κι ένα σμάρι περί τα είκοσι παιδιά στις λιλιπούτειες σκηνές και τρέχοντας πέρα δώθε στα παιχνίδια τους. Η πρόεδρος της ομάδας Στέλλα Μπελιά, η αντιπρόεδρος Ειρήνη Πετροπούλου, ο Ζακ Κωστόπουλος της ΟΛΚΕ, ο Πέτρος Σαπουντζάκης της «Ομοφοβίας και τρανσφοβίας στην εκπαίδευση», ο Νίκος Μυλωνάς, ο Αντώνης Σιγάλας που βοήθησε να αποδοθούν σωστά δύο διασκευές τραγουδιών της «Λιλιπούπολης» με στίχους που απηχούν τις αξίες των Οικογενειών Ουράνιο Τόξο, ανάμεσα στους γονείς και δύο νεαρές έγκυοι.
Κυριαρχούσε η ησυχία του μεσημεριού στην ύπαιθρο. Συζητούσαμε χαμηλόφωνα διάφορα με χαλαρό ειρμό από το ένα στο άλλο. Για τον καρπό της ψευτοπιπεριάς (του αμερικάνικου σχίνου), το ροζ πιπέρι, που είναι και πανάκριβος αλλά κανείς δεν τον μαζεύει από τα καλλωπιστικά της πόλης, ο Νίκος επαυξάνοντας μας έλεγε ότι στον ακάλυπτο της πολυκατοικίας του σε δυο λεμονιές οι ένοικοι αφήνουν τα λεμόνια να σαπίζουν, κάποτε τα ’κοψε και τους τα μοίρασε πόρτα – πόρτα, μήπως και φιλοτιμηθούν να προσέξουν τα δέντρα, μάταια όμως. Ύστερα το αργόσυρτο κουβεντολόι γλίστρησε στα κινητά, στους υπολογιστές ταμπλέτες, ο Πέτρος αναφέρθηκε σε μελέτες που αποδεικνύουν ότι η πρόσληψη από τις οθόνες των καινούριων μέσων δεν έχει την ισχύ της παραδοσιακής από το τυπωμένο χαρτί, αλλά και κάθε τόσο ξεχνιόμασταν στο βόμβο από το παιδομάνι. «Κοίτα πειθαρχημένα που είναι», παρατήρησε κάποια στιγμή ο Γιώργος. Πράγματι, ήμαστε εντός του… πεδίου αναφοράς, και ήταν δύσκολο να σκεφτούμε το πιο ενδιαφέρον που μας αφορούσε όλους, ενήλικες και παιδιά: παρόλο που ολότελα… ορατοί, ήμαστε τόσο… κανονικοί, που κανείς περαστικός δε θα σήκωνε δεύτερη φορά το βλέμμα, δε θα αναρωτιόταν ποιοι άραγε και τι θέλαμε εκεί.
Νωρίς το απόγευμα οι δυο μας τους αποχαιρετήσαμε, εκείνοι θα συνέχιζαν ίσαμε να σκοτεινιάσει, πήραμε το δρόμο της επιστροφής. Ο Γιώργος κατέγραφε στις όψεις των κτηρίων τα σημάδια της κρίσης, ταξιδεύει για επαγγελματικούς λόγους συχνά εκτός Ελλάδος και η προϊούσα εικόνα εγκατάλειψης σε περιουσίες, σπίτια και μαγαζιά, του χτυπάει περισσότερο στο μάτι, η δική μου σκέψη είχε μείνει πίσω στην καλή ομήγυρη. Είμαστε περίπου συνομήλικοι, εκείνος δύο χρόνια μικρότερός μου, έφηβοι αμφότεροι κατεβήκαμε στο υπόγειο της Ζαλόγγου, στα γραφεία του ΑΚΟΕ, θέλω να πω θυμόμαστε καλά και μπορούμε να συγκρίνουμε την τωρινή με την κοινωνία στο τέλος του εβδομήντα. «Γιώργο», αναφωνώ στην άκρη των σκέψεών μου, «θα φανταζόμασταν τότε, το ’79, τη σημερινή βόλτα μας; Μη σου πω, δηλαδή, και πριν από δέκα – δεκαπέντε χρόνια… Ότι θα ξεκινούσαμε –εδώ, στην Ελλάδα!- να συναντήσουμε σ’ ένα πάρκο οικογένειες ομόφυλων ζευγαριών (ΛΟΑΔ ατόμων, όπως προσδιορίζουν οι ίδιοι την ομάδα τους), τα παιδιά τους, να περάσουμε το μεσημέρι μας μαζί τους;»
Συμφωνούσαμε, βέβαια. Αδιόρατα σχεδόν, υπόγεια (υπό την έννοια: μακριά από τον κυρίαρχο δημόσιο λόγο) συντελούνται αλλαγές, δεν αποκλείεται και ραγδαίες. Και όχι μόνο σε ζητήματα που σχετίζονται με τους τρόπους της ζωής.
Το ευχάριστο, ότι όλη η δυσκίνητη μάζα αδράνειας που συσσωρεύτηκε ιδίως τις τελευταίες δεκαετίες φαίνεται επιτέλους να φτάνει στο οριακό σημείο της συνοχής της. Ότι τελειώνουν οι μικρές εξισορροπητικές κινήσεις. Ότι εξαντλούνται και οι τελευταίες αναβολές για τις αναγκαίες ριζικές μεταρρυθμίσεις.
Το δυσάρεστο, από την άλλη, ότι δεν μπορούμε να συνεννοηθούμε για το δέον γενέσθαι ούτε δύο φίλοι (γιατί κάπου εκεί θ’ αλλάζαμε κουβέντα). Το ακόμα πιο δυσάρεστο, ότι προσωρινά δείχνουν να επικρατούν όσοι αρνούνται πεισματικά τόσο να αντιληφθούν όσο και να συμβαδίσουν με τα δεδομένα του καιρού μας (που αποτελεί και τον ορισμό της παρακμής).
Τα καθαρά πρόσωπα αυτών των γονιών, οι φωνές και η ενέργεια των παιδιών τους στο πάρκο της Ακαδημίας Πλάτωνα μακάρι να μη μείνουν μόνο ζωντανές πινελιές στη μνήμη, μακάρι να συγκαταλέγονται και στους καλούς οιωνούς για το μέλλον μας.
Την περασμένη Κυριακή 4 Μαΐου είχαμε δώσει ραντεβού με τον καλό φίλο Γιώργο Μουσούρη, πέρασα από το σπίτι του κοντά στο σταθμό Λαρίσης και κατηφορίσαμε μαζί ως το πάρκο της Ακαδημίας Πλάτωνα, προσκεκλημένοι από τις Οικογένειες Ουράνιο Τόξο στη Δεύτερη Γιορτή τους. Περπατάγαμε στον Κολωνό με το φως του μεσημεριού και της εποχής ελαφρύ και ζεστό όσο να μην ξέρεις αν ντύθηκες σωστά με κοντομάνικο μόνο ή χρειαζόταν κι ένα λεπτό ζιλέ. Οι δρόμοι ήταν έρημοι σαν κυριακάτικοι σε επαρχιακή πόλη, -βοηθάει και η σχετικά χαμηλή δόμηση. Ρωτώντας κι αφού διασχίσαμε κάθετα τη Λένορμαν, λίγο παρακάτω βρήκαμε και το πάρκο.
Οι περισσότεροι ήταν ήδη εκεί. Στις σκιές των ψευτοπιπεριών, σε πτυσσόμενα καρεκλάκια κάμπινγκ ή στην επί τούτω ραμμένη μεγάλη κουβέρτα με τα χρώματα του ουράνιου τόξου, γύρω στα ογδόντα άτομα, κι ένα σμάρι περί τα είκοσι παιδιά στις λιλιπούτειες σκηνές και τρέχοντας πέρα δώθε στα παιχνίδια τους. Η πρόεδρος της ομάδας Στέλλα Μπελιά, η αντιπρόεδρος Ειρήνη Πετροπούλου, ο Ζακ Κωστόπουλος της ΟΛΚΕ, ο Πέτρος Σαπουντζάκης της «Ομοφοβίας και τρανσφοβίας στην εκπαίδευση», ο Νίκος Μυλωνάς, ο Αντώνης Σιγάλας που βοήθησε να αποδοθούν σωστά δύο διασκευές τραγουδιών της «Λιλιπούπολης» με στίχους που απηχούν τις αξίες των Οικογενειών Ουράνιο Τόξο, ανάμεσα στους γονείς και δύο νεαρές έγκυοι.
Κυριαρχούσε η ησυχία του μεσημεριού στην ύπαιθρο. Συζητούσαμε χαμηλόφωνα διάφορα με χαλαρό ειρμό από το ένα στο άλλο. Για τον καρπό της ψευτοπιπεριάς (του αμερικάνικου σχίνου), το ροζ πιπέρι, που είναι και πανάκριβος αλλά κανείς δεν τον μαζεύει από τα καλλωπιστικά της πόλης, ο Νίκος επαυξάνοντας μας έλεγε ότι στον ακάλυπτο της πολυκατοικίας του σε δυο λεμονιές οι ένοικοι αφήνουν τα λεμόνια να σαπίζουν, κάποτε τα ’κοψε και τους τα μοίρασε πόρτα – πόρτα, μήπως και φιλοτιμηθούν να προσέξουν τα δέντρα, μάταια όμως. Ύστερα το αργόσυρτο κουβεντολόι γλίστρησε στα κινητά, στους υπολογιστές ταμπλέτες, ο Πέτρος αναφέρθηκε σε μελέτες που αποδεικνύουν ότι η πρόσληψη από τις οθόνες των καινούριων μέσων δεν έχει την ισχύ της παραδοσιακής από το τυπωμένο χαρτί, αλλά και κάθε τόσο ξεχνιόμασταν στο βόμβο από το παιδομάνι. «Κοίτα πειθαρχημένα που είναι», παρατήρησε κάποια στιγμή ο Γιώργος. Πράγματι, ήμαστε εντός του… πεδίου αναφοράς, και ήταν δύσκολο να σκεφτούμε το πιο ενδιαφέρον που μας αφορούσε όλους, ενήλικες και παιδιά: παρόλο που ολότελα… ορατοί, ήμαστε τόσο… κανονικοί, που κανείς περαστικός δε θα σήκωνε δεύτερη φορά το βλέμμα, δε θα αναρωτιόταν ποιοι άραγε και τι θέλαμε εκεί.
Νωρίς το απόγευμα οι δυο μας τους αποχαιρετήσαμε, εκείνοι θα συνέχιζαν ίσαμε να σκοτεινιάσει, πήραμε το δρόμο της επιστροφής. Ο Γιώργος κατέγραφε στις όψεις των κτηρίων τα σημάδια της κρίσης, ταξιδεύει για επαγγελματικούς λόγους συχνά εκτός Ελλάδος και η προϊούσα εικόνα εγκατάλειψης σε περιουσίες, σπίτια και μαγαζιά, του χτυπάει περισσότερο στο μάτι, η δική μου σκέψη είχε μείνει πίσω στην καλή ομήγυρη. Είμαστε περίπου συνομήλικοι, εκείνος δύο χρόνια μικρότερός μου, έφηβοι αμφότεροι κατεβήκαμε στο υπόγειο της Ζαλόγγου, στα γραφεία του ΑΚΟΕ, θέλω να πω θυμόμαστε καλά και μπορούμε να συγκρίνουμε την τωρινή με την κοινωνία στο τέλος του εβδομήντα. «Γιώργο», αναφωνώ στην άκρη των σκέψεών μου, «θα φανταζόμασταν τότε, το ’79, τη σημερινή βόλτα μας; Μη σου πω, δηλαδή, και πριν από δέκα – δεκαπέντε χρόνια… Ότι θα ξεκινούσαμε –εδώ, στην Ελλάδα!- να συναντήσουμε σ’ ένα πάρκο οικογένειες ομόφυλων ζευγαριών (ΛΟΑΔ ατόμων, όπως προσδιορίζουν οι ίδιοι την ομάδα τους), τα παιδιά τους, να περάσουμε το μεσημέρι μας μαζί τους;»
Συμφωνούσαμε, βέβαια. Αδιόρατα σχεδόν, υπόγεια (υπό την έννοια: μακριά από τον κυρίαρχο δημόσιο λόγο) συντελούνται αλλαγές, δεν αποκλείεται και ραγδαίες. Και όχι μόνο σε ζητήματα που σχετίζονται με τους τρόπους της ζωής.
Το ευχάριστο, ότι όλη η δυσκίνητη μάζα αδράνειας που συσσωρεύτηκε ιδίως τις τελευταίες δεκαετίες φαίνεται επιτέλους να φτάνει στο οριακό σημείο της συνοχής της. Ότι τελειώνουν οι μικρές εξισορροπητικές κινήσεις. Ότι εξαντλούνται και οι τελευταίες αναβολές για τις αναγκαίες ριζικές μεταρρυθμίσεις.
Το δυσάρεστο, από την άλλη, ότι δεν μπορούμε να συνεννοηθούμε για το δέον γενέσθαι ούτε δύο φίλοι (γιατί κάπου εκεί θ’ αλλάζαμε κουβέντα). Το ακόμα πιο δυσάρεστο, ότι προσωρινά δείχνουν να επικρατούν όσοι αρνούνται πεισματικά τόσο να αντιληφθούν όσο και να συμβαδίσουν με τα δεδομένα του καιρού μας (που αποτελεί και τον ορισμό της παρακμής).
Τα καθαρά πρόσωπα αυτών των γονιών, οι φωνές και η ενέργεια των παιδιών τους στο πάρκο της Ακαδημίας Πλάτωνα μακάρι να μη μείνουν μόνο ζωντανές πινελιές στη μνήμη, μακάρι να συγκαταλέγονται και στους καλούς οιωνούς για το μέλλον μας.