Ο Αρτεμίδωρος ο Εφέσιος ή Δαλδιανός (από την πατρίδα της
μητέρας του, το Δάλδι της Λυδίας) έγραψε τα Ονειροκριτικά
το 2ο μ.Χ. αιώνα. Πρόκειται για αρχειακή καταγραφή ονείρων και
ερμηνειών τους, ένα είδος εμπεριστατωμένου -θα έλεγα και λόγιου- ονειροκρίτη. Το κείμενο υποδιαιρείται σε πέντε επιμέρους βιβλία / κεφάλαια, τα
τρία πρώτα ο συγγραφέας τα απευθύνει στον καλό φίλο του Κάσσιο Μάξιμο, τα δύο
τελευταία –αναγκαία συμπληρώματα των προηγουμένων- στο συνονόματο γιο του,
Αρτεμίδωρο, με την προτροπή, ωστόσο, να τα κρατήσει ως επαγγελματικό εφόδιο μόνο
για τον εαυτό του, περίπου σαν τα μυστικά της συντεχνίας από τον πατέρα στο γιο.
Ο συγγραφέας κατ' αρχάς ορίζει και διακρίνει έννοιες, ό,τι βλέπουμε στον ύπνο μας δεν
έχει τη δύναμη να προλέγει πράγματα, άλλο το ενύπνιο άλλο το όνειρο,
το πρώτο δηλώνει το παρόν, το δεύτερο το μέλλον, είναι άλλα τα θεωρηματικά όνειρα, όσα
πραγματοποιούνται όπως τα βλέπουμε, άλλα τα αλληγορικά,
ενώ αρχειοθετεί το υλικό του με κριτήρια θεματικά, (από τη θεματική του ονείρου, π.χ. το σώμα, από
το κεφάλι προς τα πόδια, από τους χώρους, από τα αντικείμενα κ.λπ.), όχι αλφαβητικά.
Όσο διαφαίνεται από τις επιμέρους σκέψεις του, η
ονειροκριτική του αντίληψη στηρίζεται στην πεποίθηση πως η ψυχή, οντότητα που
υπερβαίνει τη θνητή ύπαρξη του ονειρευόμενου ανθρώπου, διαθέτει ένα είδος
πρόσβασης σε μια υπερφυσική τράπεζα πληροφοριών, απ' όπου μπορεί
μέσω των ονείρων, ενίοτε και σε συνεργασία με υπερφυσικά όντα – θεούς, να δώσει
τις πολύτιμες πληροφορίες στον ονειρευόμενο. Από τα όνειρά του
μπορεί να πληροφορηθεί κανείς πολλά, όχι μόνο για τη δική του τύχη, αλλά και των
άλλων, οικείων ή απλώς γνωστών.
Τα Ονειροκριτικά είναι
κείμενο που εύλογα συμπαρασύρει σπάνιες πληροφορίες για τη ιδιωτική ζωή κατά τους
ρωμαϊκούς αυτοκρατορικούς χρόνους του 2ου αιώνα μ.Χ., και απ’ αυτή
την άποψη προξενεί το ενδιαφέρον.
Εκείνο όμως που με εντυπωσίασε περισσότερο,
ήτανε η υποβάθμιση των στοιχείων που σχετίζονται με τη σεξουαλικότητα, θα έλεγα με τον τρόπο ενός ανάποδου Φρόυντ. Εξωφρενικής «τολμηρότητας» για τα σημερινά
δεδομένα όνειρα, αιμομικτικά ή άλλα, ερμηνεύονται με σκανδαλωδώς απλοϊκό
τρόπο, φέρ’ ειπείν όταν βλέπει κάποιος ότι συνουσιάζεται με τη μάνα του, και είναι
τεχνίτης, (καθώς η τέχνη του είναι αυτή που τον τρέφει, άρα συμβολίζει τη μάνα
του), το όνειρο είναι ευοίωνο και σημαίνει ότι θα έχει κέρδη, δηλαδή απόλαυση
από τη δουλειά του! Αλλά και πολύ πολύ σοκαριστικότερα… Ακόμα μια, έμμεση
ασφαλώς, μαρτυρία του πόσο πιο ανεπιτήδευτη και νόμιμη ήταν η ποικίλη έκφραση της
σεξουαλικότητας στην ελληνορωμαϊκή αρχαιότητα.
Σχετικές σημειώσεις και στην εισαγωγή της έκδοσης: “Σε
αντίθεση με τη σύγχρονη ονειροκριτική, που η φροϋδική ψυχανάλυση τη
χρησιμοποίησε κυρίως για να φωτίσει την ανθρώπινη libido, οι ερμηνείες των ονείρων στον
Αρτεμίδωρο καθρεφτίζουν ένα ευρύ φάσμα της ανθρώπινης δραστηριότητας. (σελ. 16)
…ενώ το σεξ καθ’ εαυτό δεν θεωρείται ως το λανθάνον κλειδί της προσωπικότητας
του ονειρευόμενου, ούτε ως τομέας της ανθρώπινης ζωής που χαρακτηρίζεται από
προσωπική σύγχυση ή ασυνήθιστη ένταση, όπως συμβαίνει με την αντιμετώπιση των
ονείρων από τη σύγχρονη ψυχανάλυση. (σελ. 17)”
Και μερικά αποσπάσματα:
Σελ. 98-99: Να ιππεύει κανείς άλογο ιππασίας που υπακούει καλά στο
χαλινάρι και τον ίδιο τον αναβάτη του είναι αίσιο για όλους το ίδιο∙ γιατί το
άλογο έχει την ίδια σημασία με τη γυναίκα και την ερωμένη, επειδή ενδιαφέρεται
πολύ για την ομορφιά του και σηκώνει αυτόν που το καβαλικεύει. Επίσης μοιάζει
με πλοίο, γιατί ο ποιητής λέει τα καράβια «ἁλὸς
ἵππους» (άλογα της θάλασσας), ενώ εμείς αποκαλούμε τον Ποσειδώνα Ἵππιο, και την ίδια σημασία που έχει το
άλογο στην ξηρά έχει και το καράβι στη θάλασσα. Το άλογο μοιάζει με τον αφέντη,
τον εργοδότη, τον φίλο που σε τρέφει και τον καθένα που σηκώνει βάρη. Με όποιον
τρόπο ανέχεται το άλογο τον ονειρευόμενο, με τον ίδιο τρόπο θα τον
μεταχειριστούν και η γυναίκα, η ερωμένη, ο αφέντης, ο φίλος και το καράβι. Η άμαξα
με τα δύο άλογα δεν διαφέρει σε τίποτα από το άλογο ιππασίας, παρά μόνο για τους
αρρώστους, γιατί σ’ αυτούς προλέγει θάνατο, όπως και το τέθριππο άρμα, που κι
αυτό σημαίνει ως προς τα υπόλοιπα τα ίδια με το άλογο ιππασίας. Για τους αθλητές
που αγωνίζονται σε βαριά αθλήματα είναι αίσιο και νικηφόρο, γιατί θα περάσουν
έφιπποι σε θριαμβευτική πομπή. Για τους δρομείς σημαίνει ήττα, γιατί το όνειρο
λέει ότι δεν είναι ικανοί ούτε τα ίδια τους τα πόδια να χρησιμοποιήσουν. Και λέω
ότι για τις γυναίκες και τις ανύπαντρες κοπέλες που είναι ελεύθερες και
πλούσιες συγχρόνως, είναι καλό να οδηγούν άρμα μέσα στην πόλη, γιατί τους παρέχει
καλά ιερατικά αξιώματα. Στις φτωχές όμως το να περνούν καβάλα μέσα στην πόλη
προλέγει πορνεία, ενώ στους δούλους ελευθερία, γιατί είναι προνόμιο των
ελευθέρων να ιππεύουν μέσα στην πόλη. Να μπαίνεις έφιππος σε μια πόλη είναι καλό
για τον αθλητή και τον άρρωστο, γιατί ο αθλητής θα νικήσει σε ιερούς αγώνες, ενώ ο άρρωστος δεν θα πεθάνει. Να βγαίνεις έφιππος από μια πόλη είναι και για τους δύο κακό,γιατί ο άρρωστος θα κηδευτεί και ο αθλητής δεν
θα νικήσει. Το να οδηγείς άρμα διασχίζοντας την έρημο προλέγει για όλους
αναμφίβολα θάνατο που δεν θα αργήσει.
Σελ. 260: Κάποιος ονειρεύτηκε την ίδια του τη γυναίκα να
κάθεται σ’ ένα πορνείο φορώντας πορφυρά ρούχα, και βγάλαμε την ερμηνεία με βάση
όχι τα ρούχα, ούτε από το κάθισμά της ούτε από κάποια άλλη λεπτομέρεια του
ονείρου, παρά μόνο από το ίδιο το πορνείο. Ο ονειρευόμενος έγινε τελώνης. Απέκτησε
δηλαδή ένα αναίσχυντο επάγγελμα, και θεωρούμε ότι η τέχνη ή το επάγγελμα είναι
η γυναίκα του ονειρευόμενου.
Σελ. 295: Κάποιος ονειρεύτηκε ότι ένας αετός έσκισε με τα νύχια
του τα σπλάχνα του και τα έφερε μέσα από την πόλη στο θέατρο, που ήταν γεμάτο
κόσμο, και τα επεδείκνυε στους θεατές. Ενώ ήταν άτεκνος, με αυτό το όνειρο
απέκτησε παιδί που έγινε διάσημο και περίλαμπρο στην πόλη. Ο αετός δηλαδή
σήμαινε το έτος (α’ έτος), μέσα στο οποίο έμελλε να του γεννηθεί ο γιος, και τα
σπλάχνα το παιδί (γιατί είναι συνήθεια να αποκαλούμε έτσι και τα παιδιά), ενώ η
περιφορά στο θέατρο σήμαινε τη λαμπρότητα και διασημότητα του παιδιού.
Σελ. 298: Κάποιος ονειρεύτηκε ότι μεταμορφώθηκε κι έγινε
τεράστιο διχαλωτό δέντρο, κι ήταν από τη μία πλευρά λεύκα κι από την άλλη
πεύκο. Στη συνέχεια, πάνω στη λεύκα κάθισαν κάθε λογής πουλιά, ενώ πάνω στο
πεύκο κάθισαν γλάροι και αίθυιες και όσα άλλα θαλασσοπούλια υπάρχουν. Απέκτησε δύο
παιδιά, από τα οποία το ένα έγινε αθλητής, λόγω της λεύκας, και ταξιδεύοντας
διέπρεψε ανάμεσα σε κάθε είδους ανθρώπους αλλοεθνείς. Ο άλλος, αν και ήταν γιος
γεωργού, έγινε καραβοκύρης, και μάλιστα από αυτούς που κάνουν διάσημα ταξίδια. Ο
ίδιος αυτός που είδε το όνειρο έζησε με υγεία μέχρι τα βαθιά γεράματα.
(Πάνω: Salvador Dali (1904-1987), The Dream,
1937.
Κάτω: Henri Rousseau,
Le Rêve, 1910.)
[Αρτεμίδωρου, Ονειροκριτικά,
εισαγωγή και μετάφραση Μαρία Μαυρουδή, εκδόσεις Ιστός, Αθήνα 2002, σελ. 325]