Στην αλάνα του μίσους
Athens Voice, 24-8-2014.
Δεν υπάρχουν σαφείς ιδεολογικοί σχηματισμοί, ουσιαστικά δεν υπήρξαν ποτέ στην Ελλάδα. Και στο βαθμό που υπάρχουν είναι συνήθως υποτυπώδεις και προσχηματικοί. Να θυμηθούμε τον Ροΐδη*: «Αλλαχού τα κόμματα γεννώνται, διότι εκεί υπάρχουσιν άνθρωποι διαφωνούντες και έκαστος άλλα θέλοντες. Εν Ελλάδι συμβαίνει ακριβώς το ανάπαλιν∙ αιτία της γεννήσεως και της πάλης των κομμάτων είναι η θαυμαστή συμφωνία, μεθ’ ης πάντες θέλουσι το αυτό πράγμα, να τρέφωνται δαπάνη του δημοσίου.» Μ’ άλλα λόγια, ο καβγάς είναι για το γκοβέρνο, δηλαδή με τον έναν ή τον άλλο τρόπο για το δημόσιο κορβανά. Πέρασαν 139 χρόνια από τη διαπίστωση του Ροΐδη, και ας προσέξουμε, φέρ’ ειπείν, πώς και από πού έφτασε να μαζεύει ψήφους και αυτή η φέρελπις αριστερά: ας είν’ και ιδιοκτήτες, ας είν’ και θεοσεβούμενοι του Όρους!
Να μην απορούμε. Στον κόσμο μετά το Διαφωτισμό πρώτα ιδρύεις κράτος (το κράτος - έθνος ή στο όνομα της αυτοδιάθεσης του έθνους το κράτος της οικείας σ’ αυτό αστικής τάξης), έπειτα αποφασίζεις αν θα είναι μεγάλο ή μικρό, αν η προτεραιότητα θα δίνεται στα άτομα ή στις συλλογικότητες κ.τ.ό. Εδώ, σ’ εμάς, δεν ολοκληρώθηκε ποτέ η πρώτη, η ιδρυτική συνθήκη. Και είναι γι’ αυτό που η πραγματική ιδεολογική αντιπαράθεση παραμένει σταθερά η ίδια εδώ και δύο αιώνες, (για πολλούς λόγους, ωστόσο, σχεδόν αφανής): από τη μια το αίτημα του εξευρωπαϊσμού, της ορθολογικής και άρα πολιτικά φιλελεύθερης διοίκησης, από την άλλη η ισχυρή αδράνεια που σχετίζεται με ό,τι θα περιγράφαμε ως μεταοθωμανική καθυστέρηση.
Άλλωστε δεν υπήρξε πουθενά στον κόσμο σοβαρή ιδεολογική διαμάχη ή μια άλλη διακυβέρνηση, η σοσιαλδημοκρατική ας πούμε, αν προηγουμένως δεν είχε στέρεα θεμελιωθεί το αστικό σύγχρονο κράτος, το οποίο, πάλι, παντού κατ’ αρχάς και κυρίως οργανώθηκε από συντηρητικά ή και φιλελεύθερα, δηλαδή δεξιά κόμματα. Δίχως ορθολογικό σύγχρονο κράτος, η νεοελληνική κοινωνία -και νομίζω όχι αδικαιολόγητα- φοβάται ότι ο φιλελευθερισμός θα την οδηγούσε σε μορφές διάλυσης με μεγάλη αύξηση των οικονομικών ανισοτήτων, αλλά και ότι η αριστερά, όπως ήδη το δοκίμασε, θα την ξανάριχνε στον αφόρητο λαϊκισμό, στη διάχυση της ανομίας και εντέλει στην κατάρρευση.
Με αυτό το κράτος δεδομένο, είναι εύλογο όλα να υφίστανται περισσότερο σαν προσχήματα. Οι επιμέρους θεσμοί, όπως τα κόμματα ή η διάκριση των εξουσιών, ο δημοκρατικός και ο φιλελεύθερος χαρακτήρας του πολιτεύματος, στο σύνολό του ο λεγόμενος δημόσιος βίος. Κοινοβουλευτική δημοκρατία στα όρια της παρωδίας: εκλεγμένες κυβερνήσεις που ορκίζονται στο τελετουργικό τυπικό που ορίζει το ιερατείο της επίσημης (κρατικής) θρησκείας! Σε μια εικόνα όλη η γελοιότητα μαζί.
Και τα προσχήματα τα σώζει το φιλότιμο: του υπαλλήλου που παρά την ισοπέδωση και την παρακμή συνεχίζει με ζήλο τη δουλειά του, του γιατρού του ΕΣΥ που με αυταπάρνηση εννοεί να κρατάει σε λειτουργία μία ολόκληρη κλινική, του ανώτερου στελέχους σ’ ένα υπουργείο ή του μέλους της πολιτικής ηγεσίας, όλων αυτών που παραδόξως συνεχίζουν να μοχθούν. Βέβαια, αποτελούν τις εξαιρέσεις, δε δίνουν τον τόνο, δεν αποτελούν το μέσο όρο. Αλλά και ευρύτερα στον πληθυσμό η πολιτική συνείδηση και συμπεριφορά κάτω από μια τέτοια γενική συνθήκη είναι περισσότερο αισθηματολογικής φύσεως, σχεδόν παιδική, και πάντως σπάνια υπεύθυνη και συνειδητή. Ο λόγος που χρησιμοποίησα ήδη στον τίτλο του άρθρου τη μεταφορά της αλάνας: εκεί όπου συχνάζουν παιδιά.
Οι αλάνες, αν μου επιτρέπετε το σχήμα, είναι δύο. Γειτνιάζουν και επικοινωνούν με πολλές διόδους. Η μία, η αλάνα του φθόνου, της αριστεράς στις ποικίλες συνομοταξίες της, και παραδίπλα, η άλλη, η αλάνα του μίσους, ο δεξιός –να τον πω-παιδότοπος. Εδώ, να γίνω αναλυτικότερος. Σε τούτη την αλάνα συχνάζουν παλιομοδίτες δεξιοί, η πλειονότητα -όχι το σύνολο όπως παλιότερα- των απολίτικων, η μεγάλη μάζα των κεντρώων και κεντροδεξιών, οι περισσότεροι απ’ όλους αυτούς μετά τη χρεωκοπία ολοένα πιο φοβισμένοι συχνά και εξαθλιωμένοι μικροαστοί, και εσχάτως το επιθετικότερο και αυθαδέστερο κομμάτι των λούμπεν νεοελλήνων, οι χρυσαυγίτες. Με διαβαθμίσεις, ασφαλώς, αλλά είναι η αλάνα όπου κυριαρχεί το μίσος, ο φόβος προς τον ξένο, προς οτιδήποτε μοιάζει να παραβιάζει τις πόρτες της μικρής μας πατρίδας. Συμφωνώ με όσους εκτιμούν ότι τα τελευταία είκοσι χρόνια είναι εδώ που πύκνωσε το ακροατήριο. Άλλωστε και στο μεγαλύτερο μέρος της η comme il faut νεοελληνική κεντροαριστερά, λίγο να την ξύσεις, δυστυχής ανέστια κεντροδεξιά μοιάζει.
Μικροπολιτική, αντιφατικές τακτικές, βραχυπρόθεσμες στρατηγικές. Όλα λάθος. Κυρίως το ότι για τον όποιο σχεδιασμό η ηγεσία του εν λόγω χώρου περιμένει τις συμβουλές των δημοσκόπων. Όταν ένα κομμάτι της κοινωνίας μετατραπεί σε όχλο, ο κοινοβουλευτικός οφείλει να σηκώσει τη φωνή. Ας θυμηθούμε τον Βενιζέλο κόντρα στο συγκεντρωμένο πλήθος στην Πλατεία Συντάγματος. Οι ακραίοι, οι λούμπεν, ο όχλος τιθασεύεται ∙ δε νουθετείται. Όποιον πάει να τους νουθετήσει, τον κράζουν φλώρο και πουλημένο. Ο καλύτερος τρόπος να τους διαλύσει κανείς είναι η επιθετική περιφρόνηση. Είναι άλλο ο ακροδεξιός πολίτης, άλλο ο όχλος των λούμπεν. Σήμερα αυλίζεται στο μίσος, αύριο με την ίδια αυθάδεια θα περάσει στο φθόνο. Είναι έξω από το λόγο, είναι σκυλολόι, είναι μοιραίο λάθος να τους φλερτάρει, καν να τους λογαριάζει κανείς.
Το αντίδοτο στο μίσος και το φόβο, φίλοι της δεξιάς αλάνας, είναι η ελευθερία. Η ελευθερία στην οικονομία, δηλαδή οι όσο γίνεται λιγότεροι φόροι, (με διασφαλισμένη ορθολογική διοίκηση και πρόνοια ευνομούμενου κράτους προηγουμένως, εννοείται), αλλά και τα όσο γίνεται περισσότερα ατομικά δικαιώματα. Στον τόσο έκδηλα ομοφοβικό και σκοταδιστικό όχλο απαντήστε επιθετικά με πολιτικές που διευρύνουν ορίζοντες, σπάνε στερεότυπα, καταφάσκουν στην πιο βαθιά ανθρώπινη ανάγκη, την ανάγκη για ελευθερία.
Υ.Γ. Εξαιρετικά αφιερωμένο, όπου δει. Σε πρόσφατη δήλωσή του ο πρωθυπουργός και αρχηγός των συντηρητικών της Μεγάλης Βρετανίας Ντέιβιντ Κάμερον ανέφερε μεταξύ άλλων και τα εξής: «Όταν υπάρχουν παιδιά που έχουν την ανάγκη μιας οικογένειας να τα αγαπάει και υπάρχουν ομόφυλα ζευγάρια με τόση πολλή αγάπη να προσφέρουν, δε θα επιτρέψουμε στις προκαταλήψεις να εμποδίσουν την ευημερία των παιδιών μας ή την πρόοδο προς μια πιο ανοικτή κοινωνία.»
*Από τον «Ασμοδαίο», Πολιτικόν Δελτίον, 8-6-1875. [Εμ. Ροΐδης, άπαντα, Ερμής 1978, τόμος Β’ σελ. 138]