Πέμπτη 6 Απριλίου 2017

Λουκιανού: Ἔρωτες.



Πρόκειται για διαλογικό κείμενο που θυμίζει πολύ τον Ερωτικό του Πλουτάρχου. Οι περισσότεροι φιλόλογοι το θεωρούν νόθο έργο του Λουκιανού και μάλλον γραμμένο σε χρόνο μεταγενέστερό του. Του λείπουν η σπιρτάδα του σαρκασμού και η λιτότητα του ύφους του Λ., εντούτοις με σιγουριά συγκαταλέγεται τουλάχιστον στο ρεύμα της δεύτερης σοφιστικής.
Ο Λυκίνος, (το φιλοσοφικό και ελληνοπρεπές ψευδώνυμο του Λουκιανού), συζητάει με τον Θεόμνηστο, ο οποίος, γιατί ταλαιπωρήθηκε πολύ στη ζωή του από τον ένα στον άλλο ερωτικό πόθο, αμφιδέξιος και αμφιρρεπής είτε προς τα αγόρια είτε προς τις γυναίκες, τον παρακαλεί να ζυγίσει ακριβοδίκαια ποιος από τους δυο έρωτες (βρισκόμαστε σε ανδροκρατικό περιβάλλον, άρα ως ερωτικό υποκείμενο νοείται μόνο ο άντρας) είναι ανώτερος, και να το κάνει ο Λυκίνος, ένας αξιόπιστος και ουδέτερος κριτής.
Ρωτάει: ποτέρους ἀμείνους ἡγῇ, τοὺς φιλόπαιδας ἢ τοὺς γυναίοις ἀσμενίζοντας / ποιους νομίζεις καλύτερους, εκείνους που ερωτεύονται αγόρια ή που αγαπούν γυναίκες;
Ο Λυκίνος, που εδώ εμφανίζεται περίπου ασέξουαλ, (ακόμα μία ένδειξη για το νόθον των Ἐρώτων, καθώς γνωρίζουμε από το γνήσιο διάλογο Εἰκόνες ότι εκεί με το που αρχίζει να εκθειάζει στο συζητητή του τη σπάνια καλλονή μιας γυναίκας, εκείνος τόσο ξαφνιάζεται, που για να τον πειράξει τού λέει πως συντομότερα θα μετακινούσε κανείς ολόκληρο το βουνό Σίπυλο παρά θα κατάφερνε να αποτραβήξει τον Λυκίνο από τους όμορφους νεαρούς), εν πάση περιπτώσει ο ασέξουαλ εδώ Λυκίνος, απαντάει στον αμφισεξουαλικό Θεόμνηστο πως οκ ο ίδιος μπορεί να μην έχει εμπειρία, υπήρξε όμως άλλοτε κριτής ανάμεσα σε δυο εριστικά διαλεγομένους για το ζήτημα, τον Κορίνθιο Χαρικλή, έναν παθιασμένο γυναικά που είναι συνεχώς καλλωπισμένος και αρωματισμένος από την πολλή συναναστροφή με τις γυναίκες, και τον Αθηναίο Καλλικρατίδα, με τους ευθείς τρόπους και το πολύ γυμνασμένο κορμί γιατί δεν ξεκολλάει από την παλαίστρα όπου συχνάζουν οι πολύ ποθητοί του έφηβοι.
Ταξίδευε προς την Ιταλία, αφηγείται ο Λυκίνος, και η θάλασσα τον έφερε στη Ρόδο, όπου ενώ περίπου σαν σύγχρονος τουρίστας περιδιάβαζε τις ζωγραφιές στις στοές του ναού του Διονύσου, κι ό,τι δεν αναγνώριζε ο ίδιος από τη μυθολογία, του το εξηγούσαν πρόθυμοι επ’ αμοιβή ξεναγοί, εκεί λοιπόν συναντά τους δυο γνωστούς του από παλιά, τον γυναίοις ἀσμενίζοντα Χαρικλή και τον φιλόπαιδα Καλλικρατίδα. Μ' αυτά και μ' εκείνα, κινούν και οι τρεις για Ιταλία, με πρώτη στάση στην Κνίδο. Στην Κνίδο βρίσκεται ο ναός με το ωραιότερο γλυπτό του Πραξιτέλη, τη γυμνή Αφροδίτη –η Ἀφροδίτη Εὔπλοια, που χαρίζει στα πλοία τον καλό πλου. Με μία ωραία λεπτομέρεια εδώ∙ φέρνοντας ένα γύρο την πόλη της Κνίδου ο Λυκίνος γελάει με τα ακόλαστα αγαλματίδια των κεραμουργών στα κεραμεία τους, τα προοριζόμενα για τους τουρίστες – επισκέπτες ὡς ἐν Ἀφροδίτης πόλει / όπως αρμόζει σε πόλη της Αφροδίτης.
Το αίθριο του ναού, με τον κήπο των οπωροφόρων, αλλά και τις μυρτιές, τα κυπαρίσσια, τα πλατάνια, τις δάφνες, τους κισσούς, τα κλήματα τα φορτωμένα με τσαμπιά, και κάτω απ’ τα δέντρα τα ανάκλιντρα με τον κόσμο που γιορτάζει. Ύστερα ο ναός, με το άγαλμα της γυμνής θεάς από παριανό μάρμαρο. Υπήρχαν πόρτες κι απ’ τις δυο μεριές, για να μπορούν να θαυμάσουν τόσο την πρόσθια όσο και την οπίσθια ομορφιά της θεάς. Στην πρώτη αναβόησε τρελός ο Κορίνθιος, στην οπίσθια, που του θύμισε αγοριού πανέμορφου, ο Αθηναίος. Ο καβγάς τους, που ξεκινάει ήδη στο ναό, με τις παροτρύνσεις του Λυκίνου, συνεχίζεται σε κανονικό αγώνα λόγων σε τόπο με πυκνή σκιά κάτω από ψηλά δέντρα, κι όπου λιγυρὸν ὑπηχοῦσιν τέττιγες (με τη φράση ακριβώς του προλόγου από τον πλατωνικό Φαίδρο) / κάτω απ’ το ευχάριστο τραγούδι των τζιτζίκων.
Ο Χαρικλής υπερασπίζεται τους γάμους, ο Καλλικρατίδας τον ἄρρενα ἔρωτα.
Ο έρωτας με τις γυναίκες δίνει απογόνους, στ’ αγόρια οι μηροί λερώνονται γρήγορα από τρίχες, ενώ το άτριχο γυναικείο κορμί αστράφτει πιο διάφανο από κεχριμπάρι ή από σιδώνιο κρύσταλλο (παρ. 26). Λέει και άλλα πολλά, βέβαια, ο Χαρικλής, όπως και ο Καλλικρατίδας με τη σειρά του, που του απαντάει πως, ναι, οι γάμοι είναι το φάρμακο της διαδοχής, όμως το ωραίο καθήκον της φιλοσοφημένης ψυχής επιλέγει τον ἄρρενα, τον αντρικό έρωτα (παρ. 33).          
Ο Λυκίνος θα εκτιμήσει εντέλει ως ανώτερο τον αντρικό έρωτα, προτείνει όμως ως υποχρεωτικό το γάμο, ενώ θεωρεί την παιδεραστία προνόμιο των φιλοσόφων.
(Να σημειώσω μετά την περιήγησή μου στο Αρχαίο Μυθιστόρημα αλλά και αρκετά ήδη συγγενή του κείμενα της δεύτερης σοφιστικής, σχετικά με τα ήθη ή τις αντιλήψεις περί τον έρωτα, κάποια πράγματα που περίπου ξεκαθάρισα: α) δεν υπάρχουν κατηγοριοποιήσεις σχετικές με το σεξουαλικό προσανατολισμό, άρα ούτε ειδικοί όροι - λέξεις, μόνο περιφράσεις και όχι σταθερές στη χρήση, β) δε νοείται το σύγχρονο coming out, θέλω να πω, ένας άντρας, μα ο οποιοσδήποτε, μπορεί να συναντήσει σε στρατόπεδο, σε πλοίο, σε πανδοχείο έναν άλλον άντρα, άγνωστό του, και δίχως κανένα πρόλογο, ντροπή ή δισταγμό να του εκμυστηρευτεί μια ομοερωτική του περιπέτεια ακριβώς όπως αν επρόκειτο για μία ετεροερωτική, γ) θεωρείται δεδομένη η περισσότερη απόλαυση και ηδονή του εραστή σε σχέση με τον ερωμένο, δ) δεν αποσαφηνίζεται, ή μόνο σκόρπια πολύ λίγα πράγματα, κάποιο πρότυπο για τις μακρόβιες ομοερωτικές σχέσεις, όταν αναγκαστικά ο ερωμένος δεν είναι πια παῖς / έφηβος, ε) αν θεωρείται κάτι μειωτικό, αυτό είναι η θηλυπρέπεια, υπάρχουν όμως και μαρτυρίες ανοχής ακόμα και προκλητικής τέτοιας συμπεριφοράς, στ) αντίθετα με τη σημερινή πεποίθηση, ανεξέλεγκτο και ακόρεστο θεωρείται το πάθος προς τις γυναίκες, ενώ το προς τους εφήβους μετρημένο και περισσότερο συναισθηματικό / πνευματικό, ζ) απουσιάζει τελείως ή θα προξενούσε έκπληξη ό,τι σήμερα ονομάζουμε ομοφυλόφιλη ή gay ή λοατκι συνείδηση, και πάντως ο προσανατολισμός και ευρύτερα η σεξουαλικότητα δε φαίνεται να δημιουργεί ταυτότητες ή στεγανά στην επικοινωνία, ή το χαρακτηρισμό, πολύ περισσότερο το στιγματισμό ενός ατόμου. Να προσθέσω, τέλος, πως οποιαδήποτε εύκολη αναγωγή από το σήμερα στο τότε είναι με βεβαιότητα ατυχής. Παρά τη λάμψη και τα θαυμαστά μεγάλα βήματα του ιστορικού ανθρώπου κατά την ελληνορωμαϊκή αρχαιότητα, είναι ακόμα αδιανόητα (ή στο περιθώριο μόνο του δημόσιου λόγου: αρχαία σοφιστική ή αρχαίος διαφωτισμός) τα αιτήματα σε ζητήματα δικαιωμάτων του σύγχρονου δικού μας κόσμου. Ο Καλλικρατίδας φέρ’ ειπείν περιστοιχίζεται από δούλους ερωμένους, αλλά και ο Λυκίνος στηρίζει την ανωτερότητα του ἄρρενος ἔρωτος στη φύσει πνευματική κατωτερότητα των γυναικών…) 


[Πάνω: Κνιδία Αφροδίτη, έργο του Πραξιτέλη, περίπου 330-320 π.Χ., ρωμαϊκό αντίγραφο, Μουσείο Βατικανού, κάτω: Πίσω όψη αγάλματος Aphrodite Colonna, αντιγράφου Κνιδίας, Μουσείο Βατικανού επίσης, και δεξιά: πίσω όψη αγαλματιδίου Κνιδίας από Δήλο.]