Σάββατο 16 Νοεμβρίου 2024

Όλος ο αέρας νερό!

(...) Έσκυψα, του κατέβασα τα βλέφαρα, του έκλεισα τα μάτια, σήκωσα ένα από τα χράμια, σαν ένα στρωσίδι από χρόνο, μέσα μου το είπα… χρόνινο, και τον σκέπασα.

«Είναι μέρα;» με ρωτάει η Πέργαμοντ.

Σκέπαζα την άκρη του ποδιού του, κοίταξα τη λάμπα. «Νυχτώνει».

«Άρα, δεν θα φορέσουμε στολές. Καλό αυτό. Ή να τις φορέσουμε;»

«Πέθανε πλέον, νομίζω, πέθανε». Είχα ολοκληρώσει την ιδιότυπη μίνι κηδεία που του έκανα.

«Πρώτα όμως θα βρέξει».

«Τι…!» εκπλησσόμουν επιτέλους από κάτι ευχάριστο.

«Γιατί σ’ το υποσχέθηκα…»

Και πράγματι αμέσως ακούγονται έξω στην αυλή και πάνω στο δώμα της σπηλιάς δυνατές στάλες κι ύστερα βροχή.

«Βρέχει». Μου το ανακοινώνει σαν επίσημα.

«Βροχή!» Δεν με συγκρατεί τίποτα. Με άγρια χαρά φωνάζω, «Βρέχει, βρέχει», και τρέχω έξω να το ζήσω. Περνώ από το στεγασμένο εν μέρει αυλίδι στην καθαυτό έξοδο, στην αυλή. Ρίχνει καρεκλοπόδαρα, όλος ο αέρας νερό, είμαι στη βροχή, πνίγομαι σχεδόν από το πολύ νερό, χοροπηδώ, όλα τα καθαρίζει η βροχή, το νιώθω, όλα τα ξεπλένει το νερό. Το νερό, το νερό, το νερό! Κι όπως στριφογυρνώ χοροπηδώντας, βλέπω στο βάθος του θαλασσινού ορίζοντα το φωτάκι από το πλοίο. Σταματώ, κοιτάζω καλύτερα, είναι πράγματι πλεούμενο, μεγαλούτσικο φαίνεται, τρέχω να το αναγγείλω στην Πέργαμοντ.

Επιστρέφοντας τη βρίσκω να παραμιλάει. Απευθύνεται σε κάποιον φανταστικό ακροατή της, του μιλάει πιθανότατα για μένα: «Τον αγαπώ. Είναι ο άνθρωπός μου: τρυφερός, χαριτωμένος, δικός μου πάνω απ’ όλα…» Μαζεύει τα μπαγκάζια, διπλώνει τον μπόγο με τα ρούχα μας.

«Φάνηκε το πλοίο! Μεγάλο, μάλλον…» Είμαι γεμάτος ενθουσιασμό. «Βρέχει, βρέχει καταρρακτωδώς».

«Μωράκι μου, βράχηκες. Σου πάει…» Σηκώνει το κεφάλι να με δει, προλαβαίνει μια μικρή μου αγωνία. «Μην ανησυχείς, θα κοπάσει η μπόρα. Θα κατεβούμε κάτω στην προβλήτα με την άνεσή μας. Ήρθε το πλοίο. Το είδες».

Ξεδιπλώνει τώρα τις στολές μας.

«Ένα φως: σίγουρα θα είναι το καράβι που είπες ότι επικοινώνησες μαζί τους», λέω, στη χαρά μου γίνομαι λιγάκι φλύαρος. Κοιτάζοντας τις στολές, «μ’ αφού σου είπα, είναι νύχτα… Ή να τις φορέσουμε καλύτερα, λες;»

«Μη μας ψάχνουν πάλι για τυχαίους…»

Έκλεισε τη βαλίτσα, ύστερα ο ένας βοηθώντας τον άλλον φορέσαμε τις στολές μας, όχι τις κάσκες ακόμα. Με το δικό της νεύμα, η μουσική επέστρεφε, πάλι τοΤραγούδι του καφέ”, λίγο πριν απ’ την τέταρτη στροφή. Με τράβαγε από το χέρι, κι ας μας δυσκόλευαν οι στολές, χορεύαμε και τραγουδούσαμε ξανά. Ξεκίνησε εκείνη:

 

  Κούπα στην κούπα του καφέ, μέτρησα εγώ: μύριες.

  Εσύ;

  Ματάκια μου

 να τα χείλη μου.

  Να και τα δικά μου.

  Θέλω κι άλλη ζάχαρη.

  Δώσε μου κι εμένα.

 

Και φιλιόμαστε τρυφερά. Συνεχίζαμε να χορεύουμε, ωσότου ήχησε το σφύριγμα του καραβιού. Ακουγόταν μαζί με τη βροχή, ένα ψιλοβρόχι πια, που πύκνωνε κατά διαστήματα από τις ριπές του αέρα. Φορτώθηκα τον μπόγο και τη βαλίτσα, η Πέργαμοντ την τσάντα της. Κάπου στη μέση της διαδρομής έως τη σαθρή κρηπίδα, την αποβάθρα τέλος πάντων, θα κουμπώναμε και τις κάσκες μας, κάπου εκεί επίσης η αγαπημένη μου, μπορούσα από τώρα να το προβλέψω με σιγουριά, κατάκοπη, θα μου φόρτωνε και την τσάντα της. Είναι άλλοτε τόσο εύκολο, άλλοτε τόσο δύσκολο να προβλέψει κανείς τα μελλούμενα να του συμβούν. (...)

Το Σκοτεινό Νησί (απόσπασμα), Εμπειρία Εκδοτική 2008, Ποταμός 2019. 

(Κως, 16-11-2024, επιτέλους βροχή, πολλή βροχή!)

Κυριακή 3 Νοεμβρίου 2024

Η Δοξούλα Παλαμάρα ξαναχτυπά!

Με τον δικό της τρόπο, ιδιοσυγκρασιακό όπως αρμόζει, η πολύ καλή λογοτέχνις Δοξούλα Παλαμάρα γράφει και αναρτά στο φμ σημείωμα για Το γυμναστήριο. Τον περασμένο Αύγουστο, θυμίζω, είχε κάνει το ίδιο για τον Περεγρίνο.

Το Γυμναστήριο είναι μια σπαρακτική προσέγγιση στις ψυχικές νόσους, όπως τις βιώνουμε στην εποχή μας. Πότε ως αναγνώστες και πότε ως θεατές καθώς η νουβέλα μετατρέπεται σε ένα άρτιο θεατρικό κείμενο, βλέπουμε χρώματα, σμαραγδί και ραδικί κι όλες τις αποχρώσεις του πράσινου, ακούμε τρυφερές κοριτσίστικες φωνές να εκφράζουν τρυφερές κοριτσίστικες επιθυμίες “μόνο να χαϊδευτούμε ήθελα” και ενήλικες γυναίκες να διαπράττουν ένα αποτρόπαιο έγκλημα. Ο συγγραφέας δεν μέμφεται τους ήρωες του. Θύτες και θύματα, σε μια θανάσιμη ‘Ρόδα’ σε ένα ζοφερό Λούνα παρκ, η μάνα συνευρίσκεται με τους αρρενωπούς άντρες με γέλια και χαρές, αφήνει τα παιδιά της, επιστρέφει με λουλούδια, γλυκά και μακαρόνια φιογκάκια, οι κόρες ζουν στερημένες, χωρίς χαρές σε μια εποχή που οι χαρές φαίνονται εύκολες. Λίγο πιο πέρα από τη μπαλκονόπορτα, στο γυμναστήριο, κορμιά νεανικά, ιδρωμένα, με μυς και τατουάζ και λεπτά δακτυλάκια.

Κυριακή 27 Οκτωβρίου 2024

Δημήτρης Τριανταφυλλίδης (1959-2024).


Μεγάλη απώλεια. Η ελευθεροφροσύνη του Δημήτρη Τριανταφυλλίδη ήτανε ριζωμένη στη θεωρία όσο και στο βίωμα, και γι' αυτό ο λόγος του είχε συχνά το κύρος μαρτυρίας.

Κυριακή 22 Σεπτεμβρίου 2024

Περεγρίνος - το βιβλίο, ένας χρόνος

Περεγρίνος - το βιβλίο, ένας χρόνος

Πορτρέτο φαγιούμ (λεπτομέρεια), που κοσμεί το εξώφυλλο του «Περεγρίνου», πιο πρόσφατου μυθιστορήματος του Αντώνη Νικολή.
Αρχείο
Πορτρέτο φαγιούμ (λεπτομέρεια), που κοσμεί το εξώφυλλο του «Περεγρίνου», πιο πρόσφατου μυθιστορήματος του Αντώνη Νικολή.

Διατηρώ από το μακρινό 1996 καταγραμμένες μέχρι κεραίας τις επαφές μου με την… πολιτιστική πανίδα των Αθηνών –σκέφτομαι συχνά αν επιμεληθώ αυτές τις σημειώσεις θ’ αποτελούσαν ίσως τη σημαντικότερη μαρτυρία μου: αφού απομακρύνθηκα στην εσχατιά μιας επικράτειας-παρωδίας (αλλά και οιονεί νεκρής γλώσσας), ένας λόγος για να αποφύγω τα μηχανήματα που κόβουν κεφάλια, ένας δεύτερος για να οικονομήσω καλύτερα το όποιο έργο μου, ύστερα επιστρέφοντας κατά τακτά διαστήματα τι εισέπραττα εκεί, στο ούτως ειπείν εθνικό κέντρο… Ξεχωριστό κεφάλαιο αυτής της… αναχώρησης, από πολλές απόψεις, ο Περεγρίνος. Επετειακά, κάθε 22 Σεπτεμβρίου, ημερομηνία πρώτης κυκλοφορίας του βιβλίου, λέω να συντάσσω την ετήσια κίνησή του (σε τίτλους οι πληροφορίες, προς το παρόν), ένα είδος Ημερολογίου του Περεγρίνου. Ημερολόγιο που είμαι σίγουρος θα καταγράφεται κι αφότου εκλείψω. Γιατί ο Περεγρίνος υφίσταται, υπάρχει. Και να ληφθεί υπόψη, έργα της κατηγορίας του Περεγρίνου ο φθόνος τα δροσίζει, η πονηρά σιωπή τα τρέφει.

Θα προσπαθήσω να παραθέσω τα συμβάντα πριν και κατά τον χρόνο που πέρασε μετά την κυκλοφορία δίχως σχόλια.

Τετάρτη 18 Σεπτεμβρίου 2024

Εστέτ, πλην ηθικολόγοι.

Ηλεία: Λευκό μπαρόκ σαλονάκι για αρχόντους προσφέρει εστέτ μπιτσόμπαρο της  Κουρούτας

Μ’ όση επίφαση καλλιέργειας αισθητικής ή και ευρύτερης, μ’ όσα ερανίσματα δώθε-κείθε σπουδαία, μ’ όσες φιοριτούρες, κάθε απόπειρά τους κάπως βαθύτερα κάτι να εκφράσουν καταλήγει σχεδόν μοιραία σε μια ακόμη ηθικολογία. Τι κρίμα, τι άδικο που δεν έζησαν αυτοί –κι απ’ όση θολή εξουσία περιβλήθηκαν, δεν κέρδισαν παρά τις συνήθεις κολακείες– μια στιγμή γνήσια δική τους στη λογοτεχνία ή την τέχνη… Μόνο λογοπαίγνια και ρητορικές περικοκλάδες.

Τελικά, ο πρώτης γενιάς μικροαστός, στο μεδούλι του, δύσκολα είναι κάτι άλλο από ένας ανασφαλής.