Η μοιραία ροπή
Η ροπή προς το μεγαλοϊδεατισμό. Προσιδιάζει σε άτομα ή σε συλλογικές οντότητες, λαούς φέρ’ ειπείν, που δεν μπορούν να αποτιμήσουν τις δυνάμεις τους, σ’ αυτούς που αδυνατούν να διαχειριστούν υπεύθυνα την όποια ανεξαρτησία ή αυτονομία τους. Το θέμα, βεβαίως, δεν μπορεί να εξαντληθεί σε λίγες γραμμές.
Τη γνωστή και πρώτη Μεγάλη Ιδέα του εθνικού μας βίου την εισηγήθηκε (όντως δεν ήταν δική του) το 1844 και την επέβαλε ο πατριάρχης του ρουσφετιού και γενικότερα του αδέσποτου πολιτικού προσωπικού, ο Ιωάννης Κωλέττης. Το γένος, εξορμώντας από το βυθισμένο στα δάνεια και την ανημπόρια κρατίδιο, θα ανασυγκροτούσε την ευκλεή βυζαντινή αυτοκρατορία, θα ξαναλειτουργούσε την Αγιά-Σοφιά, το σύμβολο του ελληνισμού, (-και μια και βρέθηκα στα χωράφια της Μαρίας Ρεπούση, κάπως να τη θυμίσω-, την οποία Αγιά - Σοφιά οικοδόμησε ο γνωστός αυτοκράτωρ Ιουστινιανός, ο καταγόμενος από το Ταυρήσιο, περιοχή κοντά στα σημερινά Σκόπια, οπωσδήποτε όχι ελληνικής καταγωγής, με μητρική γλώσσα τα λατινικά). Εμπάση περιπτώσει μία νεοελληνική Μεγάλη Ιδέα για να ωριμάσει απαιτεί περίπου εξήντα χρόνια. Και η κατάληξη εκείνης της πρώτης το 1922 θα μας άλλαζε τουλάχιστον ως προς τούτο, στο εξής θα καθόμασταν στ’ αυγά μας, που σημαίνει τι άλλο, θ’ αβγαταίναμε το μεταξύ μας φθόνο.
Έτσι κι αφού πέρασε και ο Δεύτερος Παγκόσμιος, βάλαμε μπροστά τη δεύτερη μεγάλη ιδέα, (1944, εκατό χρόνια μετά την πρώτη), την ιδέα της νεοελληνικής ούτως ειπείν ουτοπίας, πως αρκούσε να αναδιανείμουμε τον υπάρχοντα πλούτο, να τα πάρουμε δηλαδή από τους νοικοκυραίους, και εφεξής θα ζούσαμε όλοι μια χαρά. Γνωρίζω καλά ότι υπήρξαν και υπάρχουν σοβαροί Έλληνες αριστεροί, αλλά ας δουν από ποιους κατέληξαν να εκπροσωπούνται και αυτοί, ας διαβάσουν τις αναλύσεις ή τις προτάσεις των ηγεσιών τους. Άλλωστε αυτή τη δεύτερη μεγάλη ιδέα, της… σοσιαλίζουσας Ελλάδας, (όχι της σοσιαλιστικής), την ενστερνίστηκαν όχι μόνο τα κεντρώα ή σοσιαλδημοκρατικά μορφώματα της οικογένειας Παπανδρέου, αλλά στο τέλος και η λαϊκή δεξιά, ιδίως στην πρεμούρα της ν’ αποτινάξει το άγος του νεοφιλελευθερισμού.
Όπως μου έλεγε καλή φίλη: «Τώρα με τη χρεοκοπία, πάρ’ το απόφαση, θα τα μοιραστούμε όλα». Να το πάρω, αλλά είναι τόσα, αρκούν; Και μετά; Έπειτα, ξεχνούμε ότι υπάρχουν αξίες ολότελα αναγκαίες για τη λειτουργία μιας κοινωνίας. Η περιουσία, κατά Λοκ, είναι αναφαίρετο ανθρώπινο δικαίωμα. Αλλά και θεμελιώδης αξία. Το βαθμό της παρακμής ή της διάλυσης γύρω μας τον εξιχνιάζει κανείς, αν υποβάλει την ερώτηση: έστω ότι κερδίζεις ένα λαχείο, πού θα επενδύσεις τα λεφτά σου. Οι περισσότεροι απαντούν, σε τράπεζα του εξωτερικού και οπωσδήποτε εκτός ΕΕ. Αυτή η ανασφάλεια προδίδει περισσότερο απ’ όλα την επερχόμενη καταστροφή. Το κράτος, πηγή ανασφάλειας. Ακόμα και οι δημόσιοι υπάλληλοι, στην πλειονότητά τους, δεν κοιμούνται πια ήσυχοι. Τις προάλλες μου έλεγε φίλος, πήγε να ανέβει στον πρώτο όροφο της υπηρεσίας όπου εργάζεται, βρέθηκε μπροστά στο αδιαχώρητο σε σκάλες, διαδρόμους, δεκάδες άγνωστα πρόσωπα συνωστισμένα. Ρώτησε τι θέλουν όλοι αυτοί, του απάντησαν ότι κυκλοφορούν οι δημόσιοι ελεγκτές και δεν ήθελαν να θεωρηθούν «απόντες από το πόστο εργασίας τους(!)». Άραγε υπήρξε πουθενά και ποτέ άλλοτε αριστερά που να υπερασπίζεται ή να αποσιωπά τέτοια φαινόμενα; Ρητορική η ερώτηση, σίγουρα, απλώς δεν τη χωράει ο νους μου, κυριολεκτώ.
Τα εξήντα χρόνια για την ωρίμανση και της δεύτερης μεγάλης ιδέας δεν είναι μακριά. Που δε μας λέει και κανένας ότι τα πενήντα δεν επαρκούν.
Είναι σίγουρο μετά την επερχόμενη νέα μεγάλη καταστροφή, θα είμαστε όλοι ωριμότεροι. Το πιθανότερο, όμως, και λιγότερο ελεύθεροι.