Κυριακή 18 Μαρτίου 2018

Ο Λουκιανός από τα Σαμόσατα.


[Στα χτεσινά ΝΕΑ / Σαββατοκύριακο, δημοσιεύτηκε ανάμεσα σε άλλες και δική μου συνεργασία, στο ένθετο Weekend Πρόσωπα, σε έρευνα με θέμα: ΟΤΑΝ ΑΚΟΥΩ ΤΗ ΛΕΞΗ "ΗΡΩΑΣ" / Ποιος είναι ο προσωπικός σας ήρωας;]

ΑΝΤΩΝΗΣ ΝΙΚΟΛΗΣ 
Συγγραφέας

Ο Λουκιανός
από τα Σαμόσατα

Ο Λουκιανός γεννήθηκε στα Σαμόσατα, πόλη στον πάνω Ευφράτη της Συρίας, έζησε κατά τον δεύτερο μ.Χ. αιώνα, Σύρος στην καταγωγή και στη μητρική του γλώσσα, σε κόσμο ελληνίζοντα, βέβαια, μυήθηκε στην ελληνική παιδεία, και όχι μόνο, απέβη ο επιδραστικότερος αττικιστής του καιρού του, ο τεχνικότερος και ευφυέστερος, κατά την επικρατούσα φιλολογική αποτίμηση, συγγραφέας στην ελληνική γραμματεία των αυτοκρατορικών χρόνων.

Νηφάλιο πνεύμα, καλλιεργημένος άνθρωπος, με προσήλωση στον ορθό λόγο, κι όλ’ αυτά σε ιδεολογικό περιβάλλον αβέβαιο και ρευστό. Η τότε γνωστή οικουμένη ζει μια δίχως προηγούμενο μετακίνηση ανθρώπων, ιδεών, προϊόντων, θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς πως η παγκοσμιοποίηση των ημερών μας αναλογικά ωχριά μπροστά της. Ωστόσο, όπως και σήμερα, οι πληθυσμοί, παρά τη σταθερότητα, την ειρήνη, την ευημερία, αναγκασμένοι να επιβιώνουν σ’ έναν κόσμο με κλονισμένη την ασφάλεια των παραδοσιακών αξιών τους (των πόλεων – κρατών τους), βιώνουν την ηθική αμηχανία όσο και την αγωνία αυτής της ρευστότητας -τις ανιχνεύουμε στο συγκαιρινό τους (αρχαίο) μυθιστόρημα-, ή τη νοσταλγία προς τους κλασικούς χρόνους -τη βρίσκουμε στην ευρύτερη γραμματεία της εποχής (τα κείμενα της Δεύτερης Σοφιστικής).
Είναι οι καιροί όπου οι ούτως ειπείν διανοούμενοι ζηλούν τη δόξα των ρητόρων και των σοφιστών. Και όπως σήμερα, που κυρίως προβάλλονται καλλιτέχνες – λογοτέχνες, πλεονάζουν οι καλλιτεχνίζοντες, ας τους ονομάσω και μιμητές καλλιτεχνών, ανάμεσα στους λίγους μύστες της ρητορικής και της φιλοσοφίας τότε συνωστίζονταν πολυάριθμες λίγο – πολύ καρικατούρες τους. Ο Λουκιανός, λοιπόν, με μπόλικη θυμηδία, εισηγείται νέο γραμματολογικό είδος, τον σκωπτικό διάλογο, για να παρωδήσει κυρίως τους μιμητές αυτούς, με φλέγμα, με σκεπτικισμό, μ’ ένα γελάκι απαράμιλλης λεπτότητας. Γελάει με τις ιδεοληψίες και με την ανοησία του καιρού του.
Χρειάζεται να εξηγήσω περισσότερο το γιατί στη συγκυρία που μας έλαχε ανακαλώ συχνά σελίδες του ή και τον ίδιο τον Λουκιανό;