Κυριακή 11 Αυγούστου 2024

Βρε Νικολή!

Δεν υπάρχει διαθέσιμη περιγραφή για τη φωτογραφία.
Η κα Δοξούλα Παλαμάρα, συγγραφέας-λογοτέχνις.

[Κείμενο κριτικής για τον Περεγρίνο που ανάρτησε στο φμ η κα Δοξούλα Παλαμάρα. Να σημειώσω, όταν τα λογοτεχνικά κείμενα, τα έργα μας ευρύτερα, διαθέτουν οικονομία, καθένας απέναντί τους περισσότερο από το να κρίνει, κρίνεται. Κι αυτός που τα κολακεύει, κι αυτός που τα βρίσκει ελλιπή, κι αυτός που σιωπά, κι αυτός που καταγράφει εν θερμώ την εμπλοκή του μ’ αυτά. Ο τελευταίος, αν μη τι άλλο, αγαπάει τη λογοτεχνία περισσότερο από τον εαυτό του –το πρώτο και σημαντικότερο λογοτεχνικό διάβημα.]

"Ο Περεγρίνος του Αντώνη Νικολή είναι ένας λογοτεχνικός άθλος. Ο Περεγρίνος, ένας κυνικός φιλόσοφος που ζει στην Ελλάδα, την Καισάρεια, Σμύρνη, Αλεξάνδρεια, Ρώμη, Αθήνα προαναγγείλει ότι θα αυτοπυρποληθεί στο τέλος της Ολυμπιάδας, 165 μ. Χ. Το βιβλίο είναι ένα αμάλγαμα ιστορίας, φιλοσοφίας και ευρυμάθειας όλα συνδεδεμένα με απαράμιλλη λογοτεχνική μαεστρία. Ο Νικολής περιγράφει ιστορικά γεγονότα με ακρίβεια και γλαφυρότητα και αναφέρεται στα διάφορα φιλοσοφικά συστήματα της εποχής και στην αντιδικία μεταξύ τους αλλά και με τις θρησκείες με ενάργεια και ενίοτε σαρκασμό. Όταν πχ ο κυνικός Διογένης κατηγόρησε τον Πλάτωνα για αλαζονεία, ο Πυθαγόρας του αντιγύρισε “Ο καθένας, Διογένη μου, με την δική του αλαζονεία”. Αναφέρεται στις κοινωνικές και σεξουαλικές συνήθειες και πρακτικές της εποχής με θάρρος που δεν συναντάμε συχνά. Όμως, ο Νικολής δεν καταφεύγει σε συναισθηματικά “ευκολάκια” ούτε σε αβανταδόρικες σεξουαλικές περιγραφές, παρόλο που το βιβλίο γέμει συναισθήματος και αισθησιασμού. Συναίσθημα σαν το γλυκό νερό βαθυπράσινης λίμνης και αισθησιασμό σαν ορμητικό ποτάμι. Ο συγγραφέας έχει μία καθηλωτική ικανότητα διείσδυσης στα μύχια της ανθρώπινης ψυχής. “Στη συνείδηση του Περεγρίνου η έκφραση των συναισθημάτων δεν είχε και πολύ κύρος. Τα θεωρούσε, τα δικά του συναισθήματα, όσο και των άλλων, αβέβαιες σκιές του ψυχικού κόσμου και την εξωτερίκευση τους περίπου ιδιοτελείς τακτικές επιβίωσης” . Καθώς διαβάζεις, σκύβεις στα λαγούμια του εαυτού σου, όπως ενεός περιφέρεσαι στις σκοτεινές υπόγειες πόλεις της Καππαδοκίας.

Οι άνθρωποι, αναδιπλώνονται μέσα από τις σελίδες του μυθιστορήματος τραγικά όμοιοι με τον σημερινό άνθρωπο, με την πλεονεξία και την ματαιοδοξία, πληγές χαίνουσες, τα αρχέγονα αίτια της ανθρώπινης μοίρας. Ο Περεγρίνος, ένας ήρωας-αντιήρωας, χωρίς τίποτα το εξαιρετικό σωματικά ή πνευματικά, χωρίς συναισθηματικό βάθος, χωρίς σθένος, χωρίς τίποτα ιδιαίτερα καλό ή κακό, διατρέχει τους αιώνες και τους τόπους, με μοναδική φιλοδοξία την αναγνώριση, την αποδοχή, τη διάκριση. Διωγμένος από τους τόπους και τις συγκυρίες, αποφασίζει να αναχωρήσει “Για το λιβάδι με τους ασφοδέλους” και ανακοινώνει ότι θα αυτοπυρποληθεί με το πέρας της επόμενης Ολυμπίας, της πιο ιερής εορτής των Ελλήνων. Το ερώτημα “Ποιος ήταν ο λόγος γι΄ αυτό το έσχατο διάβημα; Η επιθυμία να ωφελήσει τους ανθρώπους – να διδάξει τη γενναιότητα μπροστά στον θάνατο- ή ο διακαής πόθος να προκαλέσει τον θαυμασμό. Ήταν ένας γερο-σοφός ή ένας γέρο μωροφιλόδοξος;” μέλλει να απαντηθεί από καθέναν αναγνώστη χωριστά.

Υπάρχει η ρήση “Ποτέ δυο άνθρωποι δεν έχουν διαβάσει το ίδιο βιβλίο”. Όταν τελείωσα τον Περεγρίνο, το ξαναδιάβασα ανάποδα. “Είναι χοντροκοπιά” λέει ο Νικολής, “να αραδιάζεις δέκα συμβάντα και να ισχυρίζεσαι ότι αυτά είναι η ζωή και τα κίνητρα ενός θνητού, γιατί ακόμη και αληθινά να είναι, με το να είναι μόνο αυτά τα δέκα, ισοδυναμούν με ψέμα” . Τι να μου πει εμένα, λάτρη της ζωής, ένας ήρωας που πηδάει στη φωτιά; Τι μήνυμα μπορεί να στέλνει σε εμένα, που δηλώνω αθεράπευτα Αισιόδοξη; Όμως πάλι θεωρώ την Ανάληψη προσωπικής ευθύνης ως την μαία της αισιοδοξίας, ως αυτή που αποτρέπει τη μοιρολατρία. Και ποια περισσότερο μεγαλειώδης ανάληψη προσωπικής ευθύνης από αυτόν που “Κατεβαίνει αυτόβουλα στον τάφο”. (Σεφέρης) Αυτόν που πάει κόντρα σε όλα τα ιερά και τα όσια;

Δεν κατανοώ τον Περεγρίνο, στέκομαι όμως περιδεής μπροστά “στους σπασμούς του ανθρώπινου σώματος, την τεράστια φλόγα που τύλιξε τον αλλόκοτο και μοναχικό από τη φύση του άντρα, αυτόν που κυνήγησε σ ΄όλο του τον βίο τις αχνές κι αδύναμες σκιές στην άκρη του μυαλού του λογαριάζοντας τες πεισματικά κι επίμονα για δικό του ξεχωριστό πεπρωμένο”.
Βρε, Νικολή ! (Συχώρεσε μου το βρε...αλλά μου ξεφεύγει μόνο με τους ζωηρούς εφήβους και τους αξιαγάπητους ανθρώπους ) Τι βιβλίο έχεις γράψει ! Άξιος."