(Η Θέτις τρέχει στον Ήφαιστο να παραγγείλει τα νέα όπλα του Αχιλλέα. Πρώτα η σύζυγος του θεού, η λιπαροκρήδεμνος Χάρις / η Χάρη με τη μαντήλα που λαμπυρίζει, ύστερα όλος διαχυτικότητα και ο χωλός θεός, την υποδέχονται φιλόξενα. Ο Ήφαιστος, εδώ, λίγο πριν τη συναντήσει.)
Μ’ ένα σφουγγάρι καθάρισε καλά – καλά τα μάγουλα και το
πρόσωπο, τα δυο χέρια, το στιβαρό αυχένα και τα τριχωτά στήθη του,
φόρεσε το χιτώνα, πήρε και το χοντρό μπαστούνι, και κουτσαίνοντας βημάτιζε κατά
τη θύρα. Κι από κοντά τρέχανε και βοηθούσανε το βασιλιά υπηρέτριες από χρυσό,
όμοιες στην όψη με ζωντανές κοπέλες. Αυτές περιέχουν εντός τους νοημοσύνη και
αισθήματα, επιπλέον δυνατότητα ομιλίας και σωματική ρώμη, και από τους θεούς έχουν
μάθει το να εργάζονται. Αυτές, λοιπόν, στήριζαν το βασιλιά και λαχάνιαζαν κρατώντας τον από τα
πλάγια.
(Στη μυθολογία είναι γνωστότερος ο Τάλως, το ρομπότ / ανδροειδές - χάλκινος
γίγαντας και φύλακας της Κρήτης, επίσης δημιούργημα του Ήφαιστου.)
[Ομήρου Ιλιάδα,
ραψωδία Σ, στίχοι 414 - 421]