Χρέος καμωμένο από πούρο λαϊκισμό
Όποτε με το καλό κυβερνηθεί η χώρα, θα κυβερνηθεί απ’ αυτόν -απ’ αυτή την ηγετική ομάδα να λέμε σωστότερα- που πρώτα θα σφίξει γερά το στομάχι. Διοικώ, ιδίως σε συνθήκες κρίσης, σημαίνει επιλέγω ανάμεσα σε κακές τη λιγότερο κακή λύση. Δρω με γνώμονα τη μέγιστη δυνατή ωφέλεια των πολιτών μακροπρόθεσμα, αφήνω σε ιεραρχικά κατώτερους τη διαχείριση της μικροπολιτικής («επικοινωνία», πολιτικό κόστος, κινήσεις τακτικής).
Αλλά αυτά, θα μου αντείπει και ο καλοπροαίρετος, είναι λόγια στρογγυλά και ωραία, πώς να συνδεθούν με τα τεκταινόμενα εσχάτως εδώ.
Επήρα το θάρρος από τη δήλωση του πρωθυπουργού, στη δραματική συνέντευξή του της προπερασμένης Τρίτης 14 τρέχοντος, ότι η σύνταξη των 800 ευρώ (συλλογισμός που μάλλον υπονοείται: η μέση σύνταξη για μηνιαία διαβίωση) μετά την επιστροφή στο εθνικό νόμισμα θα ισοδυναμούσε με 800 δραχμές, που όμως θα επαρκούσαν για τα έξοδα ενός τριήμερου μόνο. Ο μήνας, πάλι, έχει τριάντα μέρες, άρα την τωρινή αγοραστική δύναμη των 800 ευρώ θα την είχαν τα μηνιαία εισοδήματα των 8.000 δραχμών (που με την αρχική ισοδυναμία ενός προς μία θα προέρχονταν από σημερινά 8.000 ευρώ). Που είναι το ίδιο, θα φτάναμε δηλαδή στο υποδεκαπλάσιο εισόδημα, και δίχως αλλαγή νομίσματος, αν απλώς μειώναμε τη σύνταξη των 800 σε 80 ευρώ, -και πράγματι, και σήμερα, με 80 ευρώ τη βγάζει – δεν τη βγάζει ο συνταξιούχος τρεις μέρες. Λοιπόν, -για να σουμάρουμε και λίγο τα γεγονότα-, προκειμένου να διασωθεί η ενότητα του κυβερνώντος κόμματος, το κύρος ή η σταδιοδρομία των λεγόμενων αντιμνημονιακών, οι πολίτες, περισσότερο οι αδύναμοι -κατά την ομολογία του ίδιου του πρωθυπουργού-, λίγο έλειψε να βρεθούν δέκα φορές φτωχότεροι.
Συζητήθηκε πολύ, επίσης, η εκτίμηση ότι οι μανούβρες, το δημοψήφισμα, το κλείσιμο των τραπεζών μάς κόστισαν ή θα μας κοστίσουν εν συνόλω γύρω στα 30 δισεκατομμύρια ευρώ. (Στον τόπο όπου τα πάντα ξεφτιλίζονται, σιγά μην τη γλύτωναν τα δισεκατομμύρια.) Στο δημοψήφισμα συρθήκαμε για να βροντοφωνάξουμε το ΟΧΙ, ΟΧΙ ψήφισαν τρία και κάτι εκατομμύρια πολίτες, άρα η κάθε ψήφος στο ΟΧΙ πρόσθεσε περί τα 1000 ευρώ χρέος.
Κάπως αυθαίρετη η συνεπαγωγή, συμφωνώ, αλλά οι πράξεις μας έχουν πάντοτε κόστος, και ουδείς ποτέ ανεύθυνος. Και πάντως τα 30 δις είναι 30 δις, και είναι (σε ψιλά): παραπάνω από τωρινές τρία εκατομμύρια συντάξεις των 800 ευρώ, και με αναγωγή στο υπερήφανο εθνικό νόμισμα (μετά την προσαρμογή) 30 εκατομμύρια συντάξεις ή περίπου οι ετήσιες αποδοχές τριών εκατομμυρίων συνταξιούχων. Θα μπορούσαμε ατέλειωτα να παίζουμε με αριθμούς και πράξεις στη χώρα τη δακτυλοδεικτούμενη στον κόσμο όλο.
Θα άξιζε να συγκληθεί διεθνής επιτροπή οικονομολόγων, να λογαριάσει το κόστος του λαϊκισμού στη διάρκεια της Τρίτης Ελληνικής Δημοκρατίας. Διαισθάνομαι θα αποφαίνονταν ότι αθροίζεται στο τωρινό εθνικό χρέος συν τη διασπάθιση των ευρωπαϊκών κονδυλίων, συν ένα μεγάλο ποσοστό του όποιου πλούτου παρήγαγε κόντρα στο παράσιτο κράτος η κοινωνία. Θα υπάρξει καιρός που, όπου γης διδάσκεται η έννοια λαϊκισμός, ένα ξεχωριστό χωρίο, αν όχι κεφάλαιο, θα είναι η περίπτωσή μας.
Η φύση του χρέους μας είναι η σχέση μας με την πραγματικότητα. Είναι λάθος να αναζητούμε την προέλευσή του έξω από τη χώρα ή με υπερφίαλες μπουρδολογίες να το συσχετίζουμε με τα χρέη σύγχρονων αναπτυγμένων κρατών. Το δικό μας είναι καμωμένο από πούρο ντόπιο λαϊκισμό, βρίσκεται εντός της χώρας, και της κεφαλής μας ενίοτε. Ήτανε η δαιμονοποίηση της δεξιάς από τον Ανδρέα Παπανδρέου από το ’74 και σ’ όλη τη δεκαετία του ’80, που αναπόφευκτα οδήγησε στη διάλυση της όποιας τότε διοίκησης, και στη δίχως προηγούμενο διάχυση της ανομίας, για να φτάσουμε σταδιακά στον τωρινό ακρότατο ανορθολογισμό, τη δαιμονοποίηση των μνημονίων τα τελευταία έξι χρόνια, που καθυστερεί ή που ευθύνεται εξ ολοκλήρου για την αποτυχία των προγραμμάτων εξόδου από την κρίση.
Και εντέλει, μαζί με το χρέος, την οικονομική συνέπεια του λαϊκισμού, έχουν μπλεχτεί σ’ ένα αξεδιάλυτο κουβάρι όλοι οι κόμποι, οι δυσλειτουργίες της νεοελληνικής κοινωνίας: η κακή αστικοποίηση, η αδέσποτη πολιτική τάξη, το τεράστιο παράσιτο κράτος, η εξ αυτού στρεβλή και καχεκτική οικονομία. Μείνανε δύο εναλλακτικές: ή θα το αντιμετωπίσουμε ή θα καταστραφούμε. Η τρίτη, αυτή που ακολουθήσαμε ίσαμε τώρα, να κωλυσιεργούμε ουσιαστικά αδρανείς, όλα δείχνουν πως πια εξέλιπε.