Δευτέρα 6 Μαρτίου 2017

Οι ανδριάντες στην Παλιά Βουλή.


Οι ανδριάντες στην Παλιά Βουλή

Του Αντώνη Νικολή*


Πρέπει να ήτανε το Σεπτέμβριο του 2003, βράδυ, κατευθυνόμουν προς το καφέ πίσω από την Παλιά Βουλή σε ραντεβού με φιλικό ζευγάρι, όταν, στο μέσον της πλευράς του ιστορικού κτηρίου προς την οδό Σταδίου, και να διακόπτει τις στοιχημένες σε τρεις σειρές ωραίες νεραντζούλες του παρτεριού, πρόσεξα για πρώτη φορά τον εντυπωσιακό ανδριάντα του Χαρίλαου Τρικούπη. Μπα, απόρησα, να που δεν είμαστε και ολωσδιόλου επιλήσμονες (αποδίδω σε επίσημο ύφος τη λέξη σκατά της σκέψης μου) ως κοινωνία, να που κάποτε τιμούμε και τους σημαντικούς. Ο σπουδαίος κυβερνήτης όρθιος σε τριπλό βάθρο, μ’ έναν καθιστό γυμνό άγγελο χαμηλότερα, στραμμένο και με σηκωμένο το χέρι πάνω από την ανάγλυφη ρήση του πολιτικού: Η ΕΛΛΑΣ ΘΕΛΕΙ ΝΑ ΖΗΣΗι ΚΑΙ ΘΑ ΖΗΣΗι (με μεγαλογράμματη γραφή και με ορθογραφία καθαρεύουσας).
Έστριψα, πέρασα τα σκαλοπάτια της εισόδου του νεοκλασικού κτηρίου –να υπενθυμίσω διαγωνίως μπροστά από την είσοδό του βρίσκεται ο ορειχάλκινος έφιππος Θεόδωρος Κολοκοτρώνης- και λίγο παραπέρα, σ’ ένα από τα τραπεζάκια, στο δροσερό καλοκαιρινό ημίφως του καφενείου, με περίμεναν ήδη το ζευγάρι οι φίλοι μου. Με τον κεκτημένο ενθουσιασμό από τον ανδριάντα του Χαρίλαου Τρικούπη, τους ιστορούσα διάφορα, για το εκσυγχρονιστικό του έργο, το «Νεωτερικό» κόμμα του, με το εύγλωττα αντίπαλό του, το «Εθνικό», το κόμμα του Δηλιγιάννη, του γνησιότερου ηγέτη του εθνολαϊκισμού πριν από τον Ανδρέα Παπανδρέου, τους έλεγα για τη βαθιά περιφρόνηση του Ελευθέριου Βενιζέλου προς την εξωτερική πολιτική των μπαλκονιών του Δηλιγιάννη, και με τη φόρα που είχα, δύσκολα θα ’βαζα γλώσσα μέσα, αν ο φίλος δε με διέκοπτε, δείχνοντας κιόλας, «Να τος ο Δηλιγιάννης».
«Ποιος… Δηλιγιάννης; …Πού ’ν’ τος;» κι ακολουθούσα απορημένος το χέρι του. Πράγματι, δυο – τρία μέτρα πίσω μας, στο σκοτάδι, κι εδώ σε ψηλό βάθρο, ορθωνόταν ο ανδριάντας και τούτου του ανδρός. Αποσβολωμένος, κυριολεκτικά έχασα τα λόγια μου, μα ήτανε δυνατόν! Μνημείο τιμής ν’ απαθανατίζει έναν από τους πιο μοιραίους και καταστροφικούς πολιτικούς; Υπήρξε, πράγματι, από τους αυθεντικότερους εκφραστές της προνεωτερικής, της καθυστερημένης Ελλάδας, με όλες τις αδράνειές της, (των αγροτικών κοινωνιών που δεν είχαν ακόμα ενταχθεί στην κεφαλαιοκρατική οικονομία, αλλά και των παρασιτικών μικροαστικών στρωμάτων), με άλλα λόγια εκφραστής όσων αντιδρούσαν στον εκσυγχρονισμό, στον εξευρωπαϊσμό της χώρας. Επίσης ήτανε ο υπερπατριώτης… αλλά και κύριος υπεύθυνος της ήττας του 1897. Θυμόμουν, από το πανεπιστήμιο, κάτι ανόητες αναλύσεις του τύπου των υποθετικών λόγων (στο είδος του μη πραγματικού), τι θα έκανε ο Δηλιγιάννης, αν του επέτρεπαν οι συνθήκες να εφαρμόσει το δημοσιονομικό του πρόγραμμα, το οποίο εντούτοις για να… εφαρμοστεί προϋπέθετε το να απομονωθεί η Ελλάδα από το τότε διεθνές οικονομικό περιβάλλον... (Μ’ άλλα λόγια, κατά το νεοελληνικό χούι, από την πραγματικότητα…).
Και να λέγεται αυτό το «αν του το επέτρεπαν» για τον Έλληνα πολιτικό που υποκίνησε τα «σανιδικά», που ανάγκασε το βασιλιά να του αναθέσει το σχηματισμό κυβέρνησης με τα οχλοκρατικά επεισόδια των οπαδών του στην Αθήνα, οι οποίοι με σανίδες, καδρόνια και τάβλες από σκαλωσιές οικοδομής, έσπαγαν βιτρίνες, πόρτες, παράθυρα, κατέστρεφαν ιδιωτικές περιουσίες, θεσμικοί εκβιαστές σαν να λέμε, και νομίζω σωστότερα, οι μπαχαλάκηδες των αρχών του εικοστού.
Η συλλογική νεοελληνική μνήμη είναι σκόπιμα, πεισματικά και ανενδοίαστα μία χωματερή. Ει δυνατόν να μην αξιολογηθεί κανείς και τίποτε. Κυρίως να μη διακριθεί. Λίγο εμφανέστερος ο Τρικούπης, αλλά και παραδίπλα, στη μασχάλη του κτηρίου, κάπως κρυμμένος, όμως και ο Δηλιγιάννης. Ωστόσο οι αξίες δεν είναι αφηρημένες έννοιες∙ είναι τα παραδείγματα των ανθρώπων και των έργων τους. Δίχως αξίες ούτε άτομο ποτέ παρήγαγε ή δημιούργησε έργο, ας το πω μεταφορικά αληθινή ζωή, δηλαδή ιστορία, ούτε κοινωνία μπόρεσε να υπάρξει σχετικά αυτόνομη.
Ο εθνολαϊκισμός του Θεόδωρου Δηλιγιάννη επέσυρε 81 χρόνια Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου, ο εθνολαϊκισμός του Ανδρέα Παπανδρέου και των πολλών επιγόνων του ποιος ξέρει πόσα και πόσων χρόνων μνημόνια.

* Ο Αντώνης Νικολής είναι συγγραφέας, μυθιστοριογράφος