Και μέχρις εκεί, ίσαμε τη βραχεία λίστα, έφτασε εντελώς μονάχο του. Και γι' αυτό όπως και για τα προηγούμενα έργα μου δεν ήξερα ούτε βραβεία, ούτε επιτροπές, ούτε τον έναν ή τον άλλον, αντίθετα ήξερα ότι ακόμα και οι εκδότες τους τα υπέβλεπαν -ναι, απίστευτο, ακόμα κι αυτοί! Σ' αυτή τη χώρα, σ' αυτή τη συγκυρία της ελληνικής γλώσσας ζω: αν θεωρούσα σχεδόν ίσαμε τα σαράντα μου κατάρα το λογοτεχνικό ταλέντο, αν το ανέστελλα μ' όλες μου τις δυνάμεις, δεν είν' άσχετο μ' αυτή την πολύ βαθιά επίγνωση. Εντούτοις, και γιατί παρ' όλ' αυτά ενίοτε η ίδια η ζωή υπερασπίζεται το δίκιο της, και τα χρόνια πέρασαν, και τα έργα γίνανε - γίνονται. Και είναι γερά και δυνατά τα έργα μου. Είτε ζωντανός να το ακούσω είτε πεθαμένος και δεν το ακούσω, ό,τι και να κάνουν οι άθλιοι και οι ατάλαντοι (τα παρεάκια, οι παραγοντίσκοι και οι λοιποί), όσο και να βυσσοδομήσουνε, τα έργα μου θα προκόψουν. Μόνα τους. Όπως όλα τα καλά παιδιά. Των πολύ ευτυχισμένων πατεράδων.