(Ο Δίας μεριμνά για την ταφή του γιου του.)
Και είπε τότε στον Απόλλωνα ο Δίας, αυτός που αθροίζει τις νεφέλες:
«Εμπρός, αγαπημένε Φοίβε, πήγαινε τώρα να καθαρίσεις τον Σαρπηδόνα από τα μαύρα
αίματα κι από τα βέλη, κι έπειτα να τον μεταφέρεις πολύ μακριά και να τον
λούσεις σε ρεύμα ποταμού. Κι άλειψέ τον με το τελετουργικό μείγμα της αμβροσίας
και ντύσε τον με τ’ αθάνατα ρούχα, και στείλε τους ταχείς
συνοδούς για να τον μεταφέρουν, τους δίδυμους αδελφούς, τον Ύπνο και τον Θάνατο. Κι αυτοί ευθύς να τον αποθέσουν
στην εύφορη γη της ευρύχωρης Λυκίας, όπου θα τον θάψουν τ’ αδέλφια και το σόι
του και θα του ανεγείρουν τύμβο και στήλη, που είναι, βέβαια, και το
έσχατο τιμητικό δώρο στους νεκρούς.»
[Ομήρου
Ιλιάδα, ραψωδία Π, στίχοι 666 – 675]