Στον κήπο όχι μόνο παραδείσια πουλιά από τη Μαδέρα, αλλά και ασπαρτιές, σπάρτα, που ξερίζωσα ο ίδιος, νεαρά βλαστήματα, από τη Ζιά, από το Δίκαιο, νερακίζια επίσης, λεβάντες και άλλα. (...Που εντός μου η Πορτογαλία δε λογιζόταν στους ξένους τόπους, -εκεί αναπαυόμουν-, στην ηπειρωτική της χώρα, κιόλας, είδα πολλές φορές στις άκριες των εξοχικών δρόμων σπάρτα, μακριές γραμμές κιτρινισμένους φράκτες, όπως κι εδώ.) Και άραγε ποια τα σύνορα της χλωρίδας... Παλιότερα πίστευα ότι τα εκατοντάφυλλα, τα μπομπόνια και τα μαγιάτικα ήτανε εγκλιματισμένες, ντόπιες, δικές μας ποικιλίες τριαντάφυλλα, μέχρι που βγήκα στο μπαλκόνι του ξενοδοχείου πέρσι το καλοκαίρι στη Βερόνα, έβλεπε σε κηπάρια λαϊκών σπιτιών, αβοτάνιστα, με κανέναν κισσό ή άλλο αναρριχώμενο και ξεχασμένα σαν αυτοφυή μόνο εκατοντάφυλλα, μπομπόνια και μαγιάτικα. Να τα ’φεραν κι αυτά οι Ιταλοί στο νησί, εικάζω πιθανότερο να πρόκειται για παλιές ποικιλίες διαδεδομένες ένα γύρο στις χώρες της Μεσογείου, αλλά σε κάθε περίπτωση δεν αποδύομαι... και τον ιστορικό της γεωπονίας…
Εδώ που κάποτε –προ κόκκινου σκαθαριού- έθαλλε ένας εύρωστος
φοίνικας. Άφησα τις λεβάντες να θεριέψουν δίκην πένθους για το ωραίο άλλοτε δέντρο.
Τα μπομπόνια.
Οι άγριοι νάρκισσοι, μανουσάκια αλλού, στην Κω νερακίζια.
Η κουμαριά.
[Οι φωτογραφίες από τον αδελφό μου Θανάση.]