(Ο Αχιλλέας στον Αίαντα, που του ζητάει κι αυτός ν’ αποδεχτεί
τα δώρα και τη συγγνώμη του Αγαμέμνονα.)
«Αίαντα σεβαστέ, γιε του Τελαμώνα, κυβερνήτη στρατιωτών,
συμφωνώ με όλα όσα είπες, όμως η καρδιά μου γεμίζει οργή και μόνο να θυμηθώ τον
τρόπο που με ξεφτίλισε μπροστά στους Αργείους ο γιος του Ατρέα, μα ούτε ο τελευταίος
μετανάστης να 'μουνα.»
[Ομήρου Ιλιάδα,
ραψωδία Ι, στίχοι 644 -648]