Όταν η Δύση ήτανε εδώ
Athens Voice, 28/11/2015.
«Έχουμε δηλαδή πολίτευμα που δεν αντιγράφει τους νόμους των άλλων, αντίθετα, περισσότερο εμείς οι ίδιοι είμαστε παράδειγμα σε μερικούς, παρά μιμητές τους. Και ονομάζεται δημοκρατία λόγω του ότι η πολιτική εξουσία ασκείται από τους πολλούς και όχι από τους λίγους. Κι απέναντι στους νόμους είναι όλοι ίσοι ως προς τις ιδιωτικές τους διαφορές, ενώ στα δημόσια αξιώματα επιλέγεται καθένας κατά πώς διακρίνεται σε κάτι, προτιμάται δηλαδή σε κάποια δημόσια θέση με κριτήριο όχι την κοινωνική του καταγωγή αλλά την ατομική του αξία, ούτε πάλι κάποιος φτωχός εμποδίζεται από ένα αξίωμα στο οποίο θα μπορούσε να προσφέρει την καλή του υπηρεσία στην πόλη γιατί δε συγκαταλέγεται στους επιφανείς. Και ζούμε ελεύθεροι σαν πολίτες τόσο στο δημόσιο βίο, όσο και στον ιδιωτικό, στις μεταξύ μας καθημερινές συναλλαγές, κατά τις οποίες δεν κοιτάμε με υποψία ο ένας τον άλλον, και δεν οργιζόμαστε με το γείτονά μας, αν κάνει κάτι που τον ευχαριστεί, ούτε τον αντιμετωπίζουμε με ύφος σκυθρωπό, που δε θα τον ζημίωνε, βέβαια, όμως θα τον δυσαρεστούσε.
Κι ενώ στην ιδιωτική ζωή, στις μεταξύ μας συναναστροφές, δεν ενοχλεί ο ένας τον άλλον, στη δημόσια -από εσωτερική κυρίως παρόρμηση- δεν παραβαίνουμε τους νόμους, ενώ υπακούμε στους εκάστοτε κυβερνήτες, αλλά και στους νόμους, ιδιαίτερα σ’ όσους απ’ αυτούς θεσπίζονται για την υποστήριξη των αδικούμενων, αλλά και σ’ όσους, παρόλο που άγραφοι, η παράβασή τους συνεπάγεται πανθομολογούμενη ντροπή.
Και για το πνεύμα μας, ωστόσο, εφηύραμε πλείστες όσες ανάπαυλες στους κόπους, καθιερώσαμε γιορτές με αγώνες και θυσίες στη διάρκεια του χρόνου, ζούμε επίσης σε ιδιωτικές κατοικίες ευπρεπείς, και με την καθημερινή ευχαρίστηση απ’ όλ’ αυτά αποδιώχνουμε τις λύπες από τη ζωή μας. Κι εισάγονται λόγω του μεγέθους της πόλης απ’ όλη τη γη τα πάντα, και συμβαίνει να απολαμβάνουμε τα προϊόντα των άλλων ανθρώπων το ίδιο όσο και τα αγαθά που παράγονται στον τόπο μας.»
(Θουκυδίδου Ἱστοριῶν Β’, απόσπασμα από τον Επιτάφιο Λόγο του Περικλή, §37 – 38 *)
Ο Επιτάφιος Λόγος του Περικλή ανήκει στις δημηγορίες,
στις δημόσιες ομιλίες δηλαδή διακεκριμένων προσώπων, που ο Θουκυδίδης
εντάσσει εμβόλιμες, περίπου σαν συνημμένα βίντεο, στη ροή της αφήγησής
του. Εκφωνήθηκε προς τιμήν των νεκρών του πρώτου χρόνου του
Πελοποννησιακού Πολέμου (431 π.Χ.). Διαφέρει από τους συνηθισμένους
επικήδειους λόγους κατά το ότι ο ρήτορας πέρα από το να επαινέσει τους
προγόνους, έπειτα τους προκείμενους νεκρούς, και τέλος να παρηγορήσει,
βέβαια, τους παρόντες στη δημόσια τελετή συγγενείς τους, εδώ επιλέγει,
στις πέντε από τις δώδεκα κύριες παραγράφους συνολικά, να υμνήσει με
λόγο περιεκτικό και ευσύνοπτο την πόλη του, την Αθήνα, και με σπάνια
ιστορική διαίσθηση, ή σωστότερα διορατικότητα, να εξάρει ό,τι θα την
καθιστούσε μοναδική στην Παγκόσμια Ιστορία: το πολίτευμα της
δημοκρατίας.Οι παραπάνω δύο μεταφρασμένες, από τις συγκεκριμένες πέντε παραγράφους, λίγο περισσότερο από το ένα τρίτο της έκτασης αυτού του ιδιότυπου πολιτειακού χάρτη – συντάγματος της αθηναϊκής δημοκρατίας που καταρτίζει στο λόγο του ο Περικλής, νομίζω, αποτελούν και τις θεμελιώδεις αρχές αυτού που σήμερα ονομάζουμε Δύση. Την αφορμή για να τις ανακαλέσω μου την έδωσαν τα θλιβερά χτυπήματα του ISIS στο Παρίσι, η τόσο ευθεία για πρώτη φορά προσβολή του τρόπου της (ιδιωτικής) ζωής στο δυτικό κόσμο, κι ενώ τις μετέφραζα, αυτόματα σχεδόν έκανα τις εξής δύο σκέψεις: σε ποιους, άραγε, από τους γνωστούς σημερινούς ηγέτες του κόσμου θα ταίριαζε να τις συμπεριλάβουν σ’ ένα τους διάγγελμα, η μία, και η άλλη, αν υπήρχε και ποιος στη Νεοελληνική Ιστορία για να κάνει κάτι ανάλογο.
Στη μία, οι απαντήσεις ήρθαν αυθόρμητες, αβίαστες. Αδιαμφισβήτητα ο Ομπάμα. Έπειτα ο Κάμερον. Αλλά και η Μέρκελ. Και ο Ολάντ. Ίσως κι άλλοι, ο Ρέντσι ας πούμε, πάντως όλοι τους ηγέτες της Δύσης. Ύστερα έψαξα να δω ποιος Νεοέλληνας. Νομίζω αυτούσιες και τις δυο παραγράφους, κανένας τους. Καν ο Ελευθέριος Βενιζέλος.
Γιατί πότε θα μπορούσε Νεοέλληνας ηγέτης να υπερηφανευθεί ότι στην κοινωνία του κανένας δεν οργίζεται με το γείτονά του, αν αυτός κάνει κάτι που τον ευχαριστεί -πόσο μάλλον αν προβοκατόρικα το «εἰ καθ’ ἡδονήν τι δρᾷ» του πρωτοτύπου το μετέφραζα «αν κάνει κάτι που του προξενεί ηδονή» αντί «…που τον ευχαριστεί»-, ο καθένας μπορεί να φανταστεί πόσες και περίπου ποιες ενστάσεις. (Και καλά να μην του πετάξεις πέτρες, να μην του στείλεις την αστυνομία, να μην τον κράξεις έστω, μα ούτε ένα… μορφασμό;) Και όχι λιγότερο, ποιος θα τολμούσε να διατυπώσει την τελευταία άκρως… δοξαστική του εμπορίου αντίληψη για τη χαρά να καταναλώνεις τα προϊόντα που παράγονται παντού αλλού.
Στη σκέψη του Περικλή, βέβαια, ελάνθανε η σύγκριση της αθηναϊκής με τη σπαρτιατική πολιτεία, -η τελευταία, συγκεντρωτική, πολύ περισσότερο στατική και κλειστή. Και τι μας λέει: δημοκρατία είναι η άσκηση της πολιτικής εξουσίας από την πλειοψηφία, είναι η ισοπολιτεία και η ισονομία, η αξιοκρατία, η ανοχή και ο σεβασμός του ατόμου και του ιδιωτικού του βίου, η πειθαρχία και ιδίως από εσωτερική παρόρμηση στους θεσμούς και στους νόμους. Και κύριο δημόσιο αίτημα, από τις ίδιες τις λέξεις της παραγράφου 38, η «τέρψις», η αποφυγή του «λυπηρού», η «απόλαυσις των αγαθών». Οι ποικίλοι θιασώτες της καθ’ ημάς Ανατολής, πρώτοι και καλύτεροι αυτοί, περδουκλωμένοι απ’ τις καλλιεπείς νεορθόδοξες αρλούμπες, διαβάζουν εδώ συλλογικά υποκείμενα και όχι το κατηραμένο… άτομο της Εσπερίας, οι φασίστες καταλαβαίνουν εκφυλισμός της ράτσας, οι κομμουνιστές αλλοτρίωση και παρακμή της αστικής τάξης, οι φονταμενταλιστές των μονοθεϊστικών αμαρτία και διαστροφή.
Ο Περικλής σ’ αυτές τις δυο παραγράφους συμπύκνωσε ό,τι πιο αξιομνημόνευτο διαδραματίστηκε σ’ αυτή τη γωνιά του κόσμου. Απ’ αυτή την άποψη ιδωμένος ο Ευρωπαϊκός Διαφωτισμός δεν ήταν παρά το συναρπαστικό και τεράστιο έργο αυτές οι δύο παράγραφοι να γίνουν οι χιλιάδες σελίδες του κόσμου που ζούμε και που τρέχει ιλιγγιωδώς προς το μέλλον. Τους τελευταίους περίπου τρεις αιώνες ο ιστορικός χρόνος πυκνώνει ολοένα και πιο πολύ. Για όσα άλλοτε χρειάζονταν ερεβώδεις αιώνες και σκοτεινοί χρόνοι, τώρα λίγα χρόνια μόνο, συχνά ούτε δεκαετία, επαρκούν. Όλες οι σέχτες και τα τέρατα, το ένα μετά το άλλο, και όλο και συνοπτικότερα, ξεδοντιασμένα πετιούνται στ’ αζήτητα. Εκεί θα καταλήξει και το Ισλαμικό Κράτος (ISIS) και μάλιστα σύντομα.
Το μόνο στενάχωρο, για να επιστρέψω στη δόλια βαλκανική μας χώρα, είναι το πόσο λίγοι αντιλαμβανόμαστε ότι δίχως τον Ευρωπαϊκό Διαφωτισμό, τη Δύση δηλαδή, το νεοελληνικό κράτος δε θα είχε υπάρξει, μα δε θα είχε καν διατυπωθεί ως αίτημα. Ακόμα και από πατριωτισμό, θέλω να πω, θα έπρεπε να διεκδικούμε όχι μόνο το φιλοδυτικοί, το ευρωπαϊστές, αλλά το ακραιφνείς δυτικοί. Κάποτε η Δύση ήτανε εδώ και, άλλωστε, δίχως τη Δύση ούτε αυτό το άρθρο θα γραφόταν ούτε η Athens Voice ή η χώρα ή ο κόσμος θα ήταν όπως τον ζούμε σήμερα.
* Οι δύο παράγραφοι στο πρωτότυπο:
[37] Χρώμεθα γὰρ πολιτείᾳ οὐ ζηλούσῃ τοὺς τῶν πέλας νόμους, παράδειγμα δὲ μᾶλλον αὐτοὶ ὄντες τισὶν ἢ μιμούμενοι ἑτέρους. καὶ ὄνομα μὲν διὰ τὸ μὴ ἐς ὀλίγους ἀλλ' ἐς πλείονας οἰκεῖν δημοκρατία κέκληται· μέτεστι δὲ κατὰ μὲν τοὺς νόμους πρὸς τὰ ἴδια διάφορα πᾶσι τὸ ἴσον, κατὰ δὲ τὴν ἀξίωσιν, ὡς ἕκαστος ἔν τῳ εὐδοκιμεῖ, οὐκ ἀπὸ μέρους τὸ πλέον ἐς τὰ κοινὰ ἢ ἀπ' ἀρετῆς προτιμᾶται, οὐδ' αὖ κατὰ πενίαν, ἔχων γέ τι ἀγαθὸν δρᾶσαι τὴν πόλιν, ἀξιώματος ἀφανείᾳ κεκώλυται. ἐλευθέρως δὲ τά τε πρὸς τὸ κοινὸν πολιτεύομεν καὶ ἐς τὴν πρὸς ἀλλήλους τῶν καθ' ἡμέραν ἐπιτηδευμάτων ὑποψίαν, οὐ δι' ὀργῆς τὸν πέλας, εἰ καθ' ἡδονήν τι δρᾷ, ἔχοντες, οὐδὲ ἀζημίους μέν, λυπηρὰς δὲ τῇ ὄψει ἀχθηδόνας προστιθέμενοι. ἀνεπαχθῶς δὲ τὰ ἴδια προσομιλοῦντες τὰ δημόσια διὰ δέος μάλιστα οὐ παρανομοῦμεν, τῶν τε αἰεὶ ἐν ἀρχῇ ὄντων ἀκροάσει καὶ τῶν νόμων, καὶ μάλιστα αὐτῶν ὅσοι τε ἐπ' ὠφελίᾳ τῶν ἀδικουμένων κεῖνται καὶ ὅσοι ἄγραφοι ὄντες αἰσχύνην ὁμολογουμένην φέρουσιν.
[38] Καὶ μὴν καὶ τῶν πόνων πλείστας ἀναπαύλας τῇ γνώμῃ ἐπορισάμεθα, ἀγῶσι μέν γε καὶ θυσίαις διετησίοις νομίζοντες, ἰδίαις δὲ κατασκευαῖς εὐπρεπέσιν, ὧν καθ' ἡμέραν ἡ τέρψις τὸ λυπηρὸν ἐκπλήσσει. ἐπεσέρχεται δὲ διὰ μέγεθος τῆς πόλεως ἐκ πάσης γῆς τὰ πάντα, καὶ ξυμβαίνει ἡμῖν μηδὲν οἰκειοτέρᾳ τῇ ἀπολαύσει τὰ αὐτοῦ ἀγαθὰ γιγνόμενα καρποῦσθαι ἢ καὶ τὰ τῶν ἄλλων ἀνθρώπων.